Ένας απολογισμός για το έργο του Lefebvre

Sharing is caring!

Ρούλη Λυκογιάννη  

Ο Ανρί Λεφέβρ (16 Ιουνίου 1901 – 29 Ιουνίου 1991)

ήταν Γάλλος μαρξιστής φιλόσοφος και κοινωνιολόγος, γνωστός ως ο πρώτος που ασχολήθηκε με την κριτική της καθημερινής ζωής, για την εισαγωγή εννοιών όπως το δικαίωμα στην πόλη και την παραγωγή του κοινωνικού χώρου, καθώς και για το έργο του σχετικά με τη διαλεκτική, την αποξένωση, τον υπαρξισμό, τον στρουκτουραλισμό και την κριτική του σταλινισμού. Ο Λεφέβρ έγραψε πάνω από εξήντα βιβλία και τριακόσια άρθρα

Ένας απολογισμός για το έργο του Lefebvre1 

Δέχτηκα με μεγάλη χαρά την πρόσκληση του κ. Χατζημιχάλη να συμμετάσχω στα ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ  ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ κάνοντας μία εισήγηση με θέμα τον Lefebvre, έναν από τους φιλοσόφους  που σημάδεψαν με η σκέψη και τη δράση τους την κριτική σκέψη του 20ου αιώνα. 

Η ώρα που έχω στη διάθεση μου, σίγουρα, δεν είναι αρκετή για να προσεγγίσει μια δουλειά που καλύπτει  πάνω από 60 χρόνια συνεχούς παραγωγής για μιας πληθώρα θεμάτων που πολύ σχηματικά θα  μπορούσαμε να τα εντάξουμε σε δύο φάσεις: εκείνη που ασχολείται με το αστικό (l’urbain) και εκείνη που  ασχολείται με τον κοινωνικό χώρο και με αυτό που ονομάζει πλανητικό (planetaire) ή παγκοσμιοποίηση.  

Όμως, πριν από αναφερθώ στο έργο του Λεφέβρ θα ήθελα να υπογραμμίσω τρεις προκαταρτικές  παρατηρήσεις, αντλώντας από τις διατυπώσεις των Ντίνα Βαΐου και Κωστή Χατζημιχάλη στο βιβλίο τους Ο  χώρος στην Αριστερή Σκέψη:  

1) Ο Λεφέβρ υποβάλλει αδιάκοπα τη σκέψη στη δοκιμασία των γεγονότων και αυτού που πραγματικά  συμβαίνει, δηλαδή στη δοκιμασία της κοινωνικής πρακτικής, επιμένοντας πάντα στην εξερεύνηση του  δυνατού και του αδύνατου. Μια εξερεύνηση που έχει στόχο τον κοινωνικό μετασχηματισμό – την αλλαγή  του κόσμου. Στο πλαίσιο αυτό, μπορούμε να προσεγγίσουμε το έργο του και σαν ένα ‘αστερισμό’ εννοιών  που τροποποιείται με τον καιρό ή εμπλουτίζεται με νέες έννοιες. 

2) Στην εργασία του Λεφέβρ σπάνια συναντάμε ορισμούς. Οι έννοιες εξελίσσονται μέσα από  ‘διαδοχικές προσεγγίσεις’ και δίνουν έναυσμα για περαιτέρω επεξεργασίες, μέσα από διαφορετικές  αναζητήσεις, θεωρητικούς και πρακτικούς σκοπούς. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Είναι μια θεωρητική – μεθοδολογική επιλογή. Όπως λέει σε μία συνέντευξή του που δημοσιεύτηκε στα ελληνικά με τον τίτλο  Μηδενισμός και Αμφισβήτηση: “Έχω επιμείνει πολύ σ’ αυτή τη μεθοδολογία που έχει για μένα μεγάλη  θεωρητική αξία: παίρνω μια έννοια, την ωθώ μέχρι τις ακραίες της συνέπειες και την αφήνω ελεύθερη  στην τύχη της, να ξαναβρεί την επαφή κι όχι μόνο να διαδοθεί αλλά και να γονιμοποιήσει την πρακτική”  (Lefebvre 1990β: 53)2.  

3) Ο Λεφέβρ αμφισβητεί την κυριαρχία την κυριαρχία του οικονομικού φετιχισμού για τη συγκρότηση  και την ερμηνεία των κοινωνικών φαινομένων, καθώς υποστηρίζει ότι τα κοινωνικά φαινόμενα είναι πιο  πλούσια, πιο πολύπλοκα από την οικονομική τους ουσία. Έτσι απομακρύνεται από τις απλουστευτικές,  μαρξιστικές-στρουκτουραλιστικές ερμηνείες/προσγγίσεις του έργου του Μαρξ. Αντιστεκόμενος στον  “πειρασμό της ευκολίας”, υπερασπίστηκε μια “υλιστική ανάλυση ανοιχτή σε φιλοσοφικές ιδέες,  ανανεωμένη από τη μελέτη των ιστορικών συγκυριών και αποδεσμευμένη από προκατασκευασμένα  διαλεκτικά σχήματα” (Lefebvre, 1978[1958]: 109)3.  

Για τη συνέχεια επέλεξα να εστιάσω σε 5 κεντρικά θέματα του έργου του, όπου προβάλλεται το  αλληλένδετο και η διαπλοκή του κοινωνικού με το χωρικό: 1) η παραγωγή του χώρου, 2) ο χώρος και ο  χρόνος σε κομμάτια, 3) η έννοια της περιφέρειας 4) η καθημερινή ζωή και 5) το δικαίωμα στην πόλη.  

1 Η εισήγηση παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του 1ου κύκλου Σεμιναρίων Ριζοσπαστικής Γεωγραφίας. 2Lefebvre, Henri, 1990, Μηδενισμός και Αμφισβήτηση. Αθήνα: ΥΨΙΛΟΝ.  

3Lefebvre H. (1978[1958]) Προβλήματα του Μαρξισμού Σήμερα. Αθήνα: Γράμματα 

Η παραγωγή του χώρου 

Ο χώρος για το Λεφέβρ δεν είναι ένα περιέχον αδιάφορο προς το περιεχόμενο, δεν είναι δηλαδή ένα ‘κενό  δοχείο’ στο οποίο έρχονται να εγκατασταθούν δραστηριότητες, κοινωνικές σχέσεις και πρακτικές, όπως  υποστηρίζεται από τη φιλοσοφία, αλλά και από την πρακτική των πολεοδόμων και των κοινωνικών  επιστημόνων. Αντίθετα καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τις δραστηριότητες, τις κοινωνικές σχέσεις και τις  πρακτικές, μέσα από προηγούμενες φάσεις ανάπτυξής του –είναι μέρος τους. Η παραγωγή του δεν είναι  λοιπόν μια «αθώα» παραγωγή. Εμπεριέχει πολλαπλές στρατηγικές και πολιτικές πρωταρχικής σημασίας. 

Συνεπώς, ο χώρος δεν είναι ένα αντικείμενο ανάμεσα στα άλλα, ούτε ένα προϊόν ανάμεσα σε άλλα  προϊόντα. Ενσωματώνει τα αντικείμενα που παράγονται και περικλείει τις σχέσεις τους στη συνύπαρξη και  τη συγχρονικότητά τους. Είναι ένα αποτέλεσμα μιας ακολουθίας και ενός συνόλου ενεργειών κι έτσι δεν  μπορεί να υποβαθμιστεί στη θέση του απλού αντικειμένου.  

Είναι χαρακτηριστικό, ότι στο βιβλίο Η ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ, ο Lefebvre δεν ενδιαφέρεται να εξετάσει τη  μεταβαλλόμενη παραγωγή του χώρου απλά μέσα από τεχνική, οικονομική ή ακόμη πολιτική σκοπιά, αλλά  να διερευνήσει νέες μορφές αναπαράστασης του δυνατού, με φόντο τις κοινωνικές διαδικασίες που  επανακαθορίζουν ακριβώς τη φύση της ανθρώπινης ταυτότητας. 

Έτσι, ο Lefebvre προτείνει ότι η κοινωνική παραγωγή του χώρου πραγματοποιείται μέσω τριών  διαφορετικών αλλά αλληλοεπηρεαζόμενων διαδικασιών: α. τις “χωρικές πρακτικές” (Ο υλικός ή  λειτουργικός χώρος), β. τις “αναπαραστάσεις του χώρου” (O χώρος ως κωδικοποιημένη γλώσσα) και γ.  τους “χώρους αναπαράστασης” (ο άμεσα βιωμένος χώρος). 

Αυτή η τριμερής διαλεκτική (dialectique de triplicate), όπως την ονομάζει αποτελεί προσέγγιση μιας  κοινωνικής θεωρίας του χώρου, όπου η κάθε μία πλευρά βρίσκεται σε σχέση με τις άλλες δύο,  συνυπάρχουν και όλες μαζί συναποτελούν το χώρο.  

Ας δούμε αναλυτικότερα τι περιλαμβάνει η τριμερής αυτή διαλεκτική: 

α) τις χωρικές πρακτικές και τον υλικό χώρο, τις συνηθισμένες χωρικές συμπεριφορές που μπορεί κανείς  να αντιληφθεί, με όλες τους τις αντιφάσεις. Εδώ εξετάζονται οι φυσικές και υλικές ροές, μετακινήσεις και  συσχετίσεις στο χώρο, η πραγματικότητα της πόλης και οι ρουτίνες της δουλειάς, της σχόλης, της ιδιωτικής  ζωής –όλα όσα εξασφαλίζουν την παραγωγή και την κοινωνική αναπαραγωγή. 

β) τις αναπαραστάσεις του χώρου, αντιλήψεις του χώρου που συγκροτούν τις ιδέες μας για το τι είναι  δυνατό. Εδώ η αναφορά είναι στο χώρο των επιστημόνων, των πολεοδόμων, των τεχνοκρατών κ.ο.κ. – όλων εκείνων που ορίζουν τι είναι χώρος (τα σημεία, τις σημασίες και τους κώδικες που επιτρέπουν να  καταλάβουμε τις κοινωνικές πρακτικές). 

γ) τους χώρους αναπαράστασης και το λόγο για το χώρο , χώρους που παράγονται από το σώμα στις  καθημερινές πρακτικές. Οι χώροι αναπαράστασης παραπέμπουν στο βιωμένο χώρο, μέσω αναπαραστάσεων  και συμβόλων ο χώρος των κατοίκων και των χρηστών, αλλά και στο χώρο κάποιων καλλιτεχνών και  φιλοσόφων, που φαντάζονται νέες σημασίες ή δυνατότητες χωρο-κοινωνικών πρακτικών. 

Τα παραπάνω θέματα εξετάζονται μέσα από πολλαπλές οπτικές. Ο Λεφέβρ αντλεί από τη γνώση της  φιλοσοφίας και τη σκέψη των Χέγκελ, Μαρξ, Νίτσε και Φρόιντ. Ενώ ταυτόχρονα έχει βαθιές επιρροές από  την ποίηση, την τέχνη, το τραγούδι και το καρναβάλι, τις επαφές του με τους σουρεαλιστές και τους  καταστασιαστές, την εμπλοκή του στο Μαρξισμό, όπως αυτός συγκροτήθηκε ως σκέψη και ως πολιτικό 

κίνημα, τις κοινωνιολογικές αναζητήσεις του γύρω από τις συνθήκες ζωής στη πόλη και την περιφέρεια,  την ιδιαίτερη αντίληψή του για την ολότητα και τη διαλεκτική μέθοδο. 

Στο έργο του μπορεί να βρει κανείς την κριτική του για το δομισμό, την κριτική θεωρία και την  αποδόμηση, τη σημειολογία ή τις οπτικές του Φουκό για το σώμα και τη δύναμη/εξουσία και την  υπαρξιστική εκδοχή του Σαρτρ. Ο Λεφέβρ ποτέ δεν αρνήθηκε τέτοιες διατυπώσεις. Τις προσέγγισε με  στόχο να τις χρησιμοποιήσει και να τις αλλάξει με δημιουργικό τρόπο.  

Η έννοια της περιφέρειας 

Ο αστικός χώρος, ένα κοινωνικό προϊόν και ο ίδιος, οργανώνει την κοινωνική ζωή σε πολλαπλά επίπεδα  κυριαρχίας και υποτέλειας, σε “κέντρα” και “περιφέρειες”. Η περιφέρεια, στο έργο του Η. Lefebvre, έχει  πολλαπλές σημασίες με ασαφή όρια.  

Σε ένα επίπεδο σημαίνει τις ονομαζόμενες υπανάπτυκτες χώρες ή περιοχές μέσα στις καπιταλιστικές χώρες.  Η έννοια της περιφέρειας μπορεί να αναφέρεται στις περιφέρειες των πόλεων: τους κατοίκους των  περιφερειακών συνοικιών, τα προάστια, τις παραγκουπόλεις, τις πόλεις δορυφόρους, χώρους που  εκφράζουν την “απολίθωση”, τη “στερεοποίηση των ξεχωριστών μονάδων” της κοινωνικής ζωής (Lefebvre,  1990β: 124), αλλά και τις περιφέρειες που «βρίσκονται καμιά φορά πολύ κοντά στο κέντρο» και που «μας  παρέχουν πρόσβαση για να φτάσουμε στο κέντρο» (Lefebvre 1989: 53). 

Σε ένα άλλο επίπεδο αποτελεί αναφορά στο διεθνές προλεταριάτο, που το ξεχωρίζει από την εργατική τάξη,  δηλαδή εκείνες τις ομάδες που έχουν αποκλειστεί από τα μέσα παραγωγής και δεν είναι δυνατόν να  ενταχθούν σε αυτή. 

Ακόμη, χρησιμοποιεί την έννοια “περιφέρειες” για να μιλήσει για τις κοινωνικές περιφέρειες που δεν  βρίσκονται πάντα μακριά από το κέντρο: τους νέους, τις γυναίκες, τους ομοφυλόφιλους, τους απόκληρους,  τους “τρελούς”, τους τοξικομανείς , τους ξένους εργάτες (Lefebvre 1976), αλλά και τους αμφισβητίες που  βρίσκονται μέσα στους κόλπους των κρατικών μηχανισμών.  

Αυτές οι ομάδες, που η κεντρική εξουσία έχει εξωθήσει σε διανοητικές, κοινωνικές και χωρικές περιφέρειες,  μαζί με την εργατική τάξη, μπορεί να αποτελέσουν υποκείμενα ενός συνολικού σχεδίου για μια διαφορετική  κοινωνία.  

Ο χώρος και ο χρόνος σε κομμάτια 

Στο έργο του ο Η. Lefebvre διατηρεί κεντρική θέση το ερώτημα πώς και γιατί ο καπιταλισμός επιβιώνει και  ξεπερνά τις κρίσεις και εσωτερικές του αντιφάσεις, με ποιους τρόπους αναπαράγονται οι (καπιταλιστικές)  κοινωνικές σχέσεις και ποιος είναι ο πυρήνας της αλλαγής τους.  

Ο Η. Lefebvre υποστηρίζει ότι οι κοινωνικές τάξεις έχουν υποστεί σημαντικές αλλαγές και ότι έχουν  αναδυθεί νέες κοινωνικές ομάδες (π.χ. μεσαίες κοινωνικές τάξεις, που διευθύνουν χωρίς ιδιοκτησία τα  μέσα παραγωγής, αυξανόμενες περιφερειακές ομάδες κ.α.), οι οποίες δεν προσφέρονται σε παραδοσιακού  τύπου αναλύσεις που εξαντλούνται στην αντίθεση κεφαλαίου εργασίας.  

Έτσι, η αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων δεν μπορεί να εντοπίζεται αποκλειστικά στον τόπο  εργασίας. Πρέπει να αναζητηθεί σε έναν πολύ σύνθετο χώρο, ο οποίος, στον αναπτυγμένο καπιταλισμό,  είναι αστικός χώρος, τον οποίο ο Λεφέρβρ θεωρεί ως ένα κοινωνικά παραγόμενο σύστημα, μια “δεύτερη  φύση”, που τοποθετείται πάνω στη φυσική τοπογραφία. 

Πρόκειται για ένα χώρο είναι ταυτόχρονα ομοιογενοποιημένος (ρυθμισμένος από το κράτος και τους  τεχνοκράτες) και κατατμημένος (πρακτικά και θεωρητικά): πρακτικά κατατμημένος, αφού έχει κοπεί σε  κομμάτια που πουλιούνται και αγοράζονται, και θεωρητικά κατατμημένος, αφού πλευρές του μελετώνται  από διάφορες επιστήμες, αποκρύβοντας έτσι τη σημασία του (Lefebvre 1977[1974]).  

Αυτή την κεντρική θέση την επεξεργάζεται ξεκινώντας από την έμφαση στην καθημερινή ζωή, περνώντας  στη συνέχεια στην “επανάσταση του αστικού” και την αντίφαση ομοιογενοποίησης / διαφοροποίησης, και  τέλος, πιο ρητά, στην “επιβίωση του καπιταλισμού”: 

Ο καπιταλισμός κατόρθωσε να αμβλύνει (αν όχι να αναιρέσει) τις εσωτερικές του  αντιφάσεις… Δεν μπορούμε να υπολογίσουμε με ποιο κόστος, αλλά ξέρουμε με ποιον τρόπο:  καταλαμβάνοντας χώρο, παράγοντας χώρο” (Lefebvre 1976: 21) 

Στον κατατμημένο χώρο αντιστοιχεί κι ένας εξίσου κατατμημένος χρόνος, που και αυτός πωλείται κι  αγοράζεται: ο χρόνος εργασίας, ο χρόνος κατανάλωσης, ο χρόνος ανάπαυσης, ο ‘ελεύθερος χρόνος’.  Όποιος αγοράζει χώρο αγοράζει και μια συγκεκριμένη χρήση του χρόνου, βασισμένη στις αποστάσεις από  άλλους χώρους: την απόσταση από τα σπίτια στους χώρους εργασίας ή αναψυχής ή τους χώρους  κατανάλωσης. Αυτές οι αποστάσεις κάνουν κάποιους χώρους πιο επιθυμητούς από κάποιους άλλους,  διαφοροποιούν τη γαιοπρόσοδο, εισάγουν έννοιες κεντρικότητας και περιθωριοποίησης (Lefebvre 1977:  211-12), διαμορφώνουν πολύ διαφορετικές και κοινωνικά άνισες καθημερινότητες στην πόλη.  

Η καθημερινή ζωή 

Για το Λεφέβρ, η καθημερινή ζωή ή το καθημερινό αποτελεί προνομιακό πεδίο για τη μελέτη των  πολλαπλών κοινωνικών αντιθέσεων –των μορφών καταπίεσης και των μορφών αντίστασης σε αυτές. Αυτή  την έννοια την επεξεργάζεται, με διαδοχικές προσεγγίσεις, από το 1946 ως το 1984, μέσα από μια σειρά  βιβλίων και άρθρων: 

Αμέσως μετά τον πόλεμο, σε μια εποχή απεριόριστης ελπίδας για το μετασχηματισμό της κοινωνίας και τη  μεταμόρφωση της ζωής, δίνει έμφαση στον πλούτο του καθημερινού (Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ  ΖΩΗΣΙ: ΕΙΣΑΓΩΓΗ – 1990[1946]).  

Στην επόμενη επεξεργασία του (Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ ΖΩΗΣ ΙΙ: ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΜΙΑΣ  ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΥ – [1962]), μετά από 15 χρόνια ανασυγκρότησης του καπιταλισμού,  το καθημερινό εμφανίζεται με όλη του τη φτώχεια και την αλλοτρίωση, που είναι αποτέλεσμα της  εμπορευματοποίησης /ομογενοποίησης όλων των σχέσεων. Ο καπιταλισμός και το κράτος οργανώνουν την  καθημερινή ζωή σε αυτό που ο Λεφέβρ ονομάζει “γραφειοκρατική κοινωνία διευθυνόμενης  κατανάλωσης”[1962]. 

Μεσολαβεί το έργο Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΣΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΟΣΜΟ (1968[1991]) με έμφαση στην ποιότητα  της ζωής και τους τρόπους με τους οποίους η αίσθησή μας για το βιωμένο κόσμο διαμορφώνεται από  αποφάσεις και διαδικασίες για τις οποίες γνωρίζουμε ελάχιστα.  

Στην πιο πρόσφατη επεξεργασία (Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ ΖΩΗΣ ΙΙΙ: ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ  ΜΟΝΤΡΕΝΙΣΜΟΣ: ΓΙΑ ΜΙΑ ΜΕΤΑΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΥ ΙΙΙ – [1981]) εστιάζει και πάλι στα  θέματα της αλλοτρίωσης και διαφοράς, σε συνάρτηση με τη λειτουργία του κράτους και την έννοια του  μοντέρνου, αυτού που προβάλλεται σαν ολοκληρωτικά νέο, αλλά καλύπτει την ομοιογενοποίηση, την  επανάληψη, την καθημερινότητα, αποκρύπτοντας έτσι τη συγκρότηση του καπιταλισμού και τους μετασχηματισμούς της καπιταλιστικής κοινωνίας και προβάλλοντας έναν τρόπο να ζει κανείς  προσκολλημένος σε ορισμένες επιφανειακές όψεις της, κυρίως αισθητικές. 

Τέλος, στο συμπληρωματικό της κριτικής, που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του (ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ  ΡΥΘΜΑΝΑΛΥΣΗΣ: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΓΝΩΣΗ ΤΩΝ ΡΥΘΜΩΝ-2004[1992], σημειώνει τους πολλαπλούς ρυθμούς  και κινήσεις στην πόλη, τόσο αυτούς που κανείς βλέπει και αισθάνεται, όσο και εκείνους που υπάρχουν  χωρίς να παρουσιάζονται άμεσα, όπως για παράδειγμα τα ωράρια των καταστημάτων και των σχολείων, οι  κανόνες λειτουργίας της κυκλοφορίας, οι κανονισμοί εργασίας κλπ. Η επανάληψη και η κανονικότητα,  αλλά και οι αποσιωπούμενες χρονικότητες βοηθούν στη διαπραγμάτευση της καθημερινής ζωής, καθώς  κάτοικοι και επισκέπτες διαμορφώνουν κώδικες που αποτρέπουν το χάος και τις παρεξηγήσεις στην  εμπειρία της πόλης. 

Ο Lefebvre είναι ο πρώτος συγγραφέας που κωδικοποίησε πραγματικά την “κάθε μέρα” ή καθημερινή ζωή  ως φαινομενολογικά σύγχρονη και συνυπάρχουσα, αλλά και εννοιολογικά διακριτή από την απλή  καθημερινότητα”. Σύμφωνα με τη διάκριση αυτή η “καθημερινότητα” (la quotidienne – ‘everydayness’)  δηλώνει την επανάληψη και την ομοιογένεια του ρυθμιζόμενου, από την καπιταλιστική διαχείριση, “καθ’  ημέραν βίου”, ενώ η “κάθε μέρα” (ή το καθημερινό -le quotidienne -‘the everyday’) αντιπροσωπεύει το  χώρο και τη δράση του μετασχηματισμού και της κριτικής του, τον τόπο που βρίσκονται στιγμές παρουσίας  και το πεδίο αντίστασης και ανανέωσης, οι δυνατότητας μιας ολοκληρωμένης πλήρους ζωής (Βαΐου,  Χατζημιχάλης 2012, Roberts 1999).  

Το δικαίωμα στην πόλη 

Το “δικαίωμα στην πόλη” σε μια πρώτη ανάγνωση ισοδυναμεί με αμφισβήτηση και υπέρβαση του Κράτους  Πρόνοιας και ιδιαίτερα του τρόπου με τον οποίο υλοποιείται ένα βασικό στοιχείο του: το “δικαίωμα (όλων)  των κατοίκων στην κατοικία”, με την εντατική παραγωγή μεγάλων συγκροτημάτων στην περιφέρεια των  πόλεων. Ο τρόπος αυτός, σε συνδυασμό και με τις διακρίσεις της ταξικής κοινωνίας, οδήγησε στην  ανάπτυξη των περιφερειών των πόλεων, που αποτελεί ένα από τα πιο δυσεπίλυτα προβλήματα στην  Ευρώπη και παγκοσμίως. Ο Η. Lefebvre είναι λοιπόν από τους πρώτους που εντόπισε ένα ζήτημα το οποίο  αναδείχτηκε κρίσιμο στη μακρά διάρκεια. (Βαΐου 2000). 

Σε μια δεύτερη προσέγγιση το “δικαίωμα στην πόλη” προτρέπει στη διεκδίκηση του χώρου της πόλης ως  δημόσιου χώρου ζωής, ως τόπου πραγμάτωσης μιας ανανεωμένης αστικότητας, χωρίς τους αποκλεισμούς  της καπιταλιστικής κοινωνίας και τους χώρους και χρόνους αλλοτρίωσης που αυτή παράγει. Ο Λεφέβρ  είναι πρόδομος και από αυτή τη σκοπιά: εισάγει στις αναζητήσεις για μια ριζική κοινωνική αλλαγή την  προβληματική για την αστικότητα, που έμελλε να γίνει αργότερα (τη δεκαετία του 1980) κεντρική στη  συζήτηση για την πόλη (Βαΐου 2000, Βαΐου, Χατζημιχάλης 2012). 

Προσδιορίζει την αστικότητα ως ταυτόχρονη συγκέντρωση και διάχυση ανθρώπων, αγαθών και  πληροφοριών, ως κοινωνική κεντρικότητα, όπου πολλές πλευρές του καπιταλισμού τέμνονται στο χώρο,  παρά το γεγονός ότι συμπίπτουν χρονικά μόνο για μικρά διαστήματα -μια διαδικασία “παγκοσμιοποιημένη” που ο Λεφέβρ προέβλεψε στο έργο του Η ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ (Lefebvre 1991[1974]) πριν ακόμη  παρατηρηθεί σε όλα και πιο πολλά μέρη του κόσμου.

s

n