Για την οργάνωση του χρόνου εργασίας

Sharing is caring!

Δανάη Κολτσίδα, δικηγόρος–πολιτική επιστήμονας, διευθύντρια του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς

Πολλή κουβέντα έγινε τις τελευταίες εβδομάδες – και τις δύο τελευταίες ημέρες, με τις συνεντεύξεις του πρωθυπουργού (4/6 στην ΕΡΤ) και του προέδρου της αξιωματικής αντιπολίτευσης (3/6 στον ΑΝΤ1) – για την οργάνωση του χρόνου εργασίας. Απαντώντας σε όσους τον κατηγόρησαν ότι υποστηρίζει την επταήμερη εργασία, το να δουλεύει δηλαδή κάθε εργαζόμενος 7 μέρες τη βδομάδα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης διευκρίνισε ότι μιλά για επταήμερη λειτουργία των επιχειρήσεων. Με άλλα λόγια, η επιχείρηση θα δουλεύει συνεχώς, Δευτέρα με Κυριακή, αλλά ο κάθε εργαζόμενος θα εξακολουθεί να δουλεύει 5 ή 6 μέρες τη βδομάδα, κατά περίπτωση, όπως και σήμερα, παίρνοντας, απλώς, ρεπό κάποια άλλη μέρα.

Απλώς; Καθόλου.

Πράγματι, σωστά ο πρωθυπουργός που επισήμανε ότι η επταήμερη λειτουργία προβλέπεται ήδη στη νομοθεσία – όχι βέβαια αδιακρίτως για όλων των ειδών τις επιχειρήσεις, αλλά για εκείνες που εκ της φύσης των δραστηριοτήτων τους προκύπτει η ανάγκη να λειτουργούν συνεχώς. Το πρόβλημα όμως είναι η ίδια η επταήμερη λειτουργία των επιχειρήσεων – κυρίως εάν αυτή γενικευτεί.

Η Κυριακή δεν είναι μόνο μέρα ξεκούρασης. Είναι κυρίως μέρα κοινωνικοποίησης και ευχαρίστησης. Η Κυριακή είναι ο χρόνος που διαθέτει ένας εργαζόμενος ή μία εργαζόμενη στην οικογένεια, στους φίλους, στον εαυτό του/της. Είναι η μέρα της εκδρομής, της διασκέδασης, του πολιτισμού – με δυο λόγια, όλων εκείνων που κάνουν τον ανθρώπινο βίο αξιοβίωτο. Ας φανταστούμε την εβδομάδα μιας οικογένειας, όπου η μητέρα θα είχε ρεπό την Τετάρτη και την Πέμπτη, αλλά ο πατέρας, ατυχώς, τη Δευτέρα και την Τρίτη. Πότε οι δύο αυτοί άνθρωποι θα μπορούσαν να κάνουν κάτι οι δυο τους, ως ζευγάρι; Και, αλήθεια, με τα σχολεία των παιδιών – που, φαντάζομαι, θα εξακολουθούν να κλείνουν τα σαββατοκύριακα – τι θα γινόταν; Πότε τα παιδιά αυτά θα περνούσαν χρόνο με τους γονείς τους; Και βέβαια, τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο δύσκολα, αν προσπαθήσουμε να φανταστούμε πώς το ζευγάρι αυτό θα κατάφερνε να πάει μια εκδρομή, παρέα με κάποιο άλλο φιλικό τους ζευγάρι (!)… Το γνωστό άσμα του Γιάννη Μηλιώκα (που κυκλοφόρησε, όχι τυχαία, το 1990) τώρα δικαιώνεται :

«Δεν μπορεί, δεν μπορεί, κάπου θα συναντηθούμε / Δεν μπορεί, δεν μπορεί, στο ίδιο σπίτι ζούμε»

Το ίδιο ισχύει για μια σειρά άλλες, φαινομενικά «αθώες» προτάσεις σχετικά με την οργάνωση του εργάσιμου χρόνου. Για παράδειγμα, ο εβδομαδιαίος υπολογισμός του εργάσιμου χρόνου, κυρίως σε συνδυασμό με την εφαρμογή ενός «κυλιόμενου» ωραρίου. Με βάση την κληρονομιά του 20ου αιώνα, ένας εργαζόμενος ή μία εργαζόμενη δουλεύει 8 ώρες την ημέρα, για 5 (ή 6, σε μερικούς κλάδους) μέρες τη βδομάδα, επομένως 5 x 8 = 40 ώρες την εβδομάδα. Ποσοτικά, το ίδιο θα δούλευε κι αν είχε ένα πρόγραμμα κάπως έτσι, λόγου χάρη : 2 ώρες τη Δευτέρα το πρωί, καθόλου την Τρίτη, 15 ώρες την Τετάρτη, από τις 12 το μεσημέρι μέχρι τις 3 τα ξημερώματα, 11 ώρες την Πέμπτη, από τις 8 το πρωί μέχρι τις 7 το απόγευμα, 1 ώρα το πρωί, από τις 7 έως τις 8, και 1 ώρα, από τις 8 ως τις 9, το βράδυ της Παρασκευής και άλλες 10 ώρες το Σάββατο, από τις 6 το πρωί ως τις 4 το μεσημέρι. Αν σας έχει πιάσει…τζετ λαγκ, μόνο προσπαθώντας να καταλάβετε πότε ακριβώς δουλεύει αυτός ο άνθρωπος, φανταστείτε να το ζείτε. Και όμως, υπάρχουν πολλοί και πολλές που το ζουν πια.

Αν σε αυτά προστεθούν οι «νέες» μορφές εργασίας, όπως κυρίως η τηλε-εργασία, από το σπίτι, καθώς και οι άτυπες μορφές εργασίας (το να λαμβάνει κανείς, λόγου χάρη, τα επαγγελματικά του e-mail στο κινητό του, κάθε μέρα, όλη μέρα, όπου και αν βρίσκεται είναι μια μορφή εργασίας), που καταργούν σταδιακά τη διάκριση ανάμεσα στον εργάσιμο και στον ελεύθερο χρόνο, ανάμεσα στη δουλειά και στο σπίτι, είναι πια ξεκάθαρη η πλήρης παράδοση της καθημερινότητας των ανθρώπων στις απαιτήσεις της εργασίας του καθενός.

Οι προεκτάσεις αυτής της κατάστασης δεν αφορούν μόνο – όχι φυσικά ότι είναι δευτερεύουσα – τη βιολογική κόπωση και φθορά των εργαζομένων. Αφορά τη διάρρηξη των οικογενειακών και κοινωνικών δεσμών. Αφορά, σε τελική ανάλυση, τη δημιουργία μιας κοινωνίας, της οποίας τα βιώματα θα είναι τόσο εξατομικευμένα, θα στερούνται σε τέτοιο βαθμό κοινών συλλογικών αναφορών που θα ματαιώνουν, εντέλει, κάθε προσπάθεια συλλογικής κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης και δράσης.

Οι ραγδαίες μεταβολές στην οργάνωση του εργάσιμου χρόνου – ακόμα και η ίδια η αλλοίωση της ίδιας της έννοιας του τι συνιστά «εργάσιμο χρόνο» – και η συνακόλουθη αποδιάρθρωση της καθημερινότητας των ανθρώπων και των κοινωνιών είναι ήδη εδώ.Και η αναφορά του κ. Μητσοτάκη στο επταήμερο δεν ήταν ούτε τυχαία ούτε αθώα. Όσο για την απάντηση σε αυτές τις τάσεις και αυτές τις πιέσεις; Δεν είναι καν η υπεράσπιση του «κλασικού» οκταώρου, αλλά κάτι πολύ πέρα από αυτό. Οι εξελίξεις στην τεχνολογία έχουν αυξήσει, υποτίθεται, την παραγωγικότητα της ανθρώπινης εργασίας. Τι πιο λογικό, λοιπόν, από το να επωφεληθούν οι άνθρωποι από τα επιτεύγματα της σύγχρονης κοινωνίας, δουλεύοντας ολοένα και λιγότερο, έχοντας χρόνο για όλα τα υπόλοιπα;

* Για όλα αυτά και πολλά περισσότερα, «Για τη σημασία της καθημερινότητας» και την πολλαπλότητά της, ανάλογα και με διαφορετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα, για το ρόλο της «επιτάχυνσης» και της «ελαστικοποίησης» στη σύγχρονη ζωή, έχει γράψει στο ομώνυμοβιβλίο της, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Νήσος» η Μαρία Χαϊδοπούλου-Βρυχέα.

s

n

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...