ΑΣΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΣΤΗ ΜΕΤΑΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΛΒΑΝΙΑ.
ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΧΩΡΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΣΤΑ ΤΙΡΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΓΥΡΟΚΑΣΤΡΟ
Φ. Βαταβάλη και Λ. Τριάντης Εργαστήριο Αστικού Περιβάλλοντος, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο E-mail: fvatavali@arch.ntua.gr
ΠΕΡΊΛΗΨΗ

Η κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη σηματοδοτεί σημαντικές αλλαγές στη γεωγραφία της Ευρώπης, σε όλα τα επίπεδα του χώρου. Σε αυτό το πλαίσιο, οι πόλεις αποτελούν πεδίο έντονων διεργασιών στη διαδικασία μετάβασης από το παλιό στο νέο πολιτικό και οικονομικό σύστημα. Ιδιαίτερης σημασίας στις διαδικασίες μετασχηματισμού των πόλεων είναι η συμμετοχή των διεθνών οργανισμών. Διεθνείς πολιτικοί και οικονομικοί φορείς, ξένα ιδρύματα, μη κυβερνητικές οργανώσεις, πολιτιστικά, εκπαιδευτικά και θρησκευτικά σώματα, ξένες εταιρείες και διεθνείς εμπειρογνώμονες, σε συνεργασία -ή όχι- με τις τοπικές αρχές και το κεντρικό κράτος, προωθούν πολιτικές, σχεδιασμούς και έργα. Μέσα από το παράδειγμα των αλβανικών πόλεων, και συγκεκριμένα των Τιράνων και του Αργυροκάστρου, η εισήγηση αυτή επικεντρώνεται στη χάραξη αστικών πολιτικών και ειδικότερα στις πρακτικές χωρικού σχεδιασμού μέσα από την παρέμβαση της διεθνούς κοινότητας.
Η κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη σηματοδότησε μεγάλες αλλαγές στη γεωγραφία της Ευρώπης, σε όλα τα επίπεδα του χώρου. Οι μετασο- σιαλιστικές πόλεις αποτελούν πεδίο έντονων διεργασιών στο πλαίσιο της μετάβασης από το παλιό στο νέο πολιτικό και οικονομικό σύστημα. Οι διεργασίες αυτές αναφέρονται τόσο στη συγκέντρωση νέων δραστηριοτήτων στις πόλεις, στην εμφάνιση νέων κοινωνικών φαινομένων, στην ανάπτυξη νέων χωρικών μορφών, όσο και στην εισαγωγή νέων πολιτικών για τον αστικό χώρο και τη διαχείρισή του. Καταλυτική είναι η συμμετοχή των διεθνών οργανισμών στις διαδικασίες μετασχηματισμού των πόλεων. Διεθνείς πολιτικοί και οικονομικοί φορείς, ξένα ιδρύματα, μη κυβερνητικές οργανώσεις, πολιτιστικά, εκπαιδευτικά και θρησκευτικά σώματα, ξένες εταιρείες και διεθνείς εμπειρογνώμονες, σε συνεργασία -ή όχι- με τις τοπικές αρχές και το κεντρικό κράτος, προωθούν πολιτικές, σχεδιασμούς και έργα.
Ανάμεσα στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, η Αλβανία αποτελεί μία ιδιαίτερη περίπτωση αφενός λόγω της πολύχρονης απομόνωσης της χώρας, και αφετέρου λόγω της μεγάλης έντασης που ακολούθησε την αλλαγή του πολιτικού συστήματος. Η σημερινή εξωστρέφεια της χώρας διαμορφώνει ένα νέο πλαίσιο για τα αστικά κέντρα της Αλβανίας, τα οποία επιδιώκουν να ανταποκριθούν στον παγκόσμιο ανταγωνισμό των πόλεων, συχνά επιζητώντας τη συμβολή και την παρέμβαση του διεθνούς παράγοντα.
Τα Τίρανα, η πρωτεύουσα της χώρας, και το Αργυρόκαστρο, το μεγαλύτερο αστικό κέντρο στη Νότια Αλβανία, δύο πόλεις με ομοιότητες αλλά και πολύ ιδιαίτερα ιστορικά και χωρικά χαρακτηριστικά, αποτελούν ένα πεδίο που προσφέρεται για τη διερεύνηση του ρόλου των διεθνών οργανισμών στη χάραξη αστικών πολιτικών. Η εισήγηση αυτή επικεντρώνεται στη διαδικασία χωρικού σχεδιασμού και στις κατευθύνσεις που εισάγονται από το διεθνή παράγοντα. Η συγκριτική ανάλυση των περιπτώσεων των Τιράνων και του Αργυροκάστρου, θα αναδείξει τον κεντρικό ρόλο που έχουν σήμερα οι διεθνείς οργανισμοί στις διαδικασίες μετασχηματισμού του αστικού χώρου, μέσα από μια πολλαπλότητα σε στόχους και πρακτικές.
2. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΣΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΠΡΩΗΝ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ
Η υποχώρηση του ρόλου του κράτους και η ανάδειξη νέων παγκόσμιων δικτύων είναι σήμερα ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της νέας παγκόσμιας γεωγραφίας της εξουσίας (ενδεικτικά Ferguson & Jones, 2002). Η τρέχουσα πρακτική στην παραγωγή πολιτικών στηρίζεται στη συνάρθρωση διαφόρων επιπέδων εξουσίας. Εθνικές και τοπικές κυβερνήσεις, τοπικές οργανώσεις, δημόσια ή ιδιωτικά ιδρύματα και μη κυβερνητικές οργανώσεις αναπτύσσουν μεταξύ τους ισχυρά δίκτυα, σχηματίζοντας μια νέα παγκόσμια διακυβέρνηση. Στις διαδικασίες χάραξης πολιτικών αναδεικνύεται η εξέχουσα θέση των μεγάλων διεθνών οργανισμών (ΟΗΕ, Παγκόσμια Τράπεζα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Ευρωπαϊκή Ένωση, Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου), οι οποίοι αντιπροσωπεύουν τα ενδιαφέροντα παγκόσμιων οικονομικών και πολιτικών δυνάμεων, ήδη από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και οι οποίοι τις τελευταίες δύο δεκαετίες επαναπροσδιορίζουν το ρόλο τους στο πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού.
Η επίδραση των διεθνών οργανισμών στην άσκηση πολιτικής στις αναπτυσσόμενες και στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες είναι αποφασιστική. Συστηματικές είναι οι παρεμβάσεις που προωθούνται για την ένταξη των χωρών αυτών στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα. Η εσωτερική αδυναμία που τις χαρακτηρίζει προκύπτει ως αποτέλεσμα πολιτικής αστάθειας, απαξίωσης των θεσμών, παραγωγικών αναδιαρθρώσεων ή βίαιων κοινωνικών φαινομένων. Η αδυναμία αυτή δίνει έδαφος «σε εξωτερικές δυνάμεις να ενορχηστρώσουν ελεύθερα νεοφιλελεύθερες αναδιαρθρώσεις» (Χάρβεϊ, 2007: 159).
Οι διεθνείς οργανισμοί, μέσα από μία πολυμορφία πρακτικών, έχουν μεγάλη επίδραση στο σχεδίασμά της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής των κρατών-μελών τους. Βέβαια οι κριτικές προσεγγίσεις στην ακαδημαϊκή συζήτηση επισημαίνουν ότι οι πολιτικές που προωθούνται από τους διεθνείς οργανισμούς και τις αναπτυγμένες χώρες στις χώρες της περιφέρειας είναι ακριβώς αυτές που δεν τους αφήνουν το περιθώριο να αναπτυχθούν και στην ουσία διαιωνίζουν και αναπαράγουν τη φτώχεια και τις ανισότητες. Από την οπτική αυτή, η υποστήριξη της αγοράς από τους διεθνείς οργανισμούς αντιπροσωπεύει μία μορφή νέο-ιμπεριαλισμού σε πολιτικά ανεξάρτητα, αλλά οικονομικά υποτελή κράτη (Chang, 2002; Davis, 2006; Χάρβει, 2007; Murrey, 2006),
Σε αυτό το πλαίσιο ο χώρος, ως πεδίο άμεσα συναρτημένο με την καπιταλιστική ανάπτυξη, αποκτά μεγάλη σημασία για την προώθηση πολιτικών σε παγκόσμιο επίπεδο. Πέρα από την κατασκευή μεγάλων έργων υποδομής και την παρέμβαση στην παραγωγική διαδικασία, η ρύθμιση και ο σχεδιασμός του χώρου – ιδιαίτερα μάλιστα του αστικού χώρου- είναι μέρος της τρέχουσας πρακτικής. Ο πολεοδομικός και ο αστικός σχεδιασμός, σε συνδυασμό με μεταρρυθμίσεις σε θέματα ιδιοκτησίας και κατοικίας, αποτελούν μία σε βάθος παρέμβαση στις τοπικές σχέσεις, δομές και δυναμικές, σε πρότυπα και κατευθύνσεις που ορίζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό από εξωτερικές δυνάμεις.
3. ΑΛΒΑΝΙΑ ΚΑΙ ΑΛΒΑΝΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΣΕ ΜΕΤΑΒΑΣΗ

Οι αλβανικές πόλεις παρουσιάζουν κάποιες ιδιαιτερότητες σε σύγκριση με τις πόλεις της μετασοσιαλιστικής Ανατολικής Ευρώπης, γεγονός που συνδέεται τόσο με την ιστορική τους εξέλιξη και τις χωρικές τους ιδιομορφίες, όσο και με την δραματική κατάρρευση των πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών δομών στη χώρα στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Το μοντέλο της άναρχης ανάπτυξης που ακολούθησαν μετά το 1990 προσομοιάζει στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες, με χαρακτηριστικά -μεταξύ άλλων- τις περιορισμένες επενδύσεις κεφαλαίου, τη διογκωμένη άτυπη και παράνομη οικονομία, τα ραγδαία διαφοροποιούμενα εισοδήματα και την απουσία ελέγχου στην αγορά γης, το σχεδίασμά και την οικοδομική διαδικασία (Hamilton, 2005). Επιπλέον η αλβανική κοινωνία χαρακτηρίζεται την περίοδο αυτή από υψηλά επίπεδα φτώχειας και ανεργίας, αυξανόμενη κοινωνική πόλωση, ανεξέλεγκτη εσωτερική μετανάστευση, γενικευμένη διαφθορά, βασικές ελλείψεις περίθαλψης, εκπαιδευτικές ανισότητες και αυξανόμενες ανάγκες στέγασης.
Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 αναδεικνύεται ο ρόλος των διεθνών οργανισμών στις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο διεθνής παράγοντας αποκτά κεντρικό ρόλο μέσω της διαδικασίας διάχυσης της πολιτικής εξουσίας που η ίδια προωθεί εξ αρχής και πληρώνοντας έτσι το κενό που άφησε η κατάρρευση του συγκεντρωτικού σοσιαλιστικού συστήματος. Η θεσμική διάχυση που χαρακτηρίζει τη μετάβαση σε όλη την Ανατολική Ευρώπη, στόχευε στην αποκέντρωση της πολιτικής εξουσίας, δηλαδή στη μεταφορά αρμοδιοτήτων από το κεντρικό επίπεδο στο τοπικό και πολύ συχνά στη δημιουργία νέων διοικητικών διαιρέσεων ή/και νέων δομών (Tosics, 2005: 55). Ταυτόχρονα οδήγησε στην ανάδυση δημόσιων και ιδιωτικών φορέων, που μαζί με τις υπάρχουσες πολιτικές δομές και τους διεθνείς οργανισμούς συνθέτουν πια ένα νέο πολύπλοκο σύστημα διακυβέρνησης. Πολλοί από αυτούς τους φορείς συμβάλλουν άμεσα ή έμμεσα στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, άσκησης χωρικών πολιτικών, πολεοδομικού και χωροταξικού σχεδιασμού, αλλά και στους ίδιους τους χωρικούς μετασχηματισμούς.
Σε αυτό το πλαίσιο, διεθνείς οργανισμοί, όργανα ξένων κυβερνήσεων, θρησκευτικά, εκπαιδευτικά και πολιτιστικά ιδρύματα εμπλέκονται με διαφορετικούς στόχους και μέσα στην ανάπτυξη της Αλβανίας, με έμφαση στις αστικές πολιτικές και το χωρικό σχεδίασμά. Σημαντική θέση έχουν και τα ξένα πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα (ΗΠΑ, Ευρώπη και Τουρκία) που χορηγούν φοιτητικές ή επαγγελματικές υποτροφίες και προωθούν δράσεις και συνεργασίες σε ακαδημαϊκό επίπεδο. Η εκπαίδευση Αλβανών επιστημόνων στο εξωτερικό και η επαγγελματική τους κατάρτιση, συνεπάγεται μεταφορά στην Αλβανία γνώσης, τεχνογνωσίας και οργανωτικών δομών αλλά και μεταφορά νοοτροπίας, μεθοδολογίας, ακόμα και ερευνητικών προσεγγίσεων. Εξάλλου, ήδη από τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’90, διεθνείς εμπειρογνώμονες συμμετέχουν στις μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιούνται στη χώρα σε θέματα ιδιοκτησίας, σχεδιασμού και κατανομής αρμοδιοτήτων σε σχέση με τη ρύθμιση του χώρου (World Bank, 2007; Balia et al, 2007)1. Τέλος, ιδιαίτερα σημαντική παράμετρο αποτελούν οι τακτικές και έκτακτες εκθέσεις των διεθνών οργανισμών, των οποίων οι στατιστικές, τα στοιχεία, οι κρίσεις, οι κατευθύνσεις, τα επιχειρήματα και τα συμπεράσματα ασκούν έμμεση, αλλά καθοριστική επιρροή στις διαδικασίες σχεδιασμού και λήψης αποφάσεων.
1 Ανάμεσα σε άλλα, αναφέρεται η παρέμβαση του ILD (Instituto Libertad y Democracia) του περουβιανού οικονομολόγου Hernando de Soto πάνω στο θέμα του άτυπου τομέα στην οικονομία και την παραγωγή, μετά από πρόσκληση του αλβανικού κράτους, με μεγάλη επίδραση στη διαμόρφωση της εθνικής πολιτικής για την ιδιοκτησία και την αυθαίρετη δόμηση στη χώρα
Η εισήγηση αυτή εστιάζει στο κομμάτι που αφορά στις αστικές πολιτικές και το χωρικό σχεδίασμά και αναζητά εκεί το ρόλο των διεθνών οργανισμών. Μέσα από το παράδειγμα των Τιράνων και του Αργυροκάστρου, δύο πόλεων με πολύ διαφορετικά αναπτυξιακά χαρακτηριστικά, αναδεικνύεται η πολλαπλότητα των εκφράσεων που μπορεί να έχει η εμπλοκή των διεθνών οργανισμών στη χάραξη αστικών πολιτικών.
4. ΤΙΡΑΝΑ: ΣΤΟ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ
Τα Τίρανα αναδεικνύονται κατά τη φάση της μετάβασης σε ένα δυναμικό πεδίο πολεοδομικών επεμβάσεων και χωρικών σχεδιασμών. Οι πολιτικές διεργασίες της τελευταίας εικοσαετίας στα Βαλκάνια και ιδιαίτερα ο επαναπροσδιορισμός των εθνικών συνόρων στα Δυτικά Βαλκάνια, τοποθετούν τα Τίρανα, σε πολιτιστικό και γεωγραφικό επίπεδο, στο κέντρο της ευρύτερης περιοχής. Αντίστοιχα κεντρική σημασία αποκτά η χωρική ενότητα Τίρανα-Δυρράχιο, στο πλαίσιο του άξονα μεταφορών Ν°8, που προωθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο οποίος θα ενώνει μελλοντικά τη Νότιο Ιταλία, μέσω Δυρραχίου, Τιράνων, Σκοπιών και Σόφιας, με τη Μαύρη Θάλασσα και το Βόσπορο. Με δεδομένο ότι στα Τίρανα εδρεύουν όλοι οι διεθνείς οργανισμοί που δραστηριοποιούνται στη χώρα, καθώς και αντιπροσωπείες ξένων κρατών, ξένοι ανταποκριτές και τα κεντρικά γραφεία πολυεθνικών εταιρειών, η πρωτεύουσα αναδεικνύεται σε κομβικό σημείο επαφής της χώρας με τον υπόλοιπο κόσμο.
Υπό αυτές τις συνθήκες, τα Τίρανα απορροφούν το πλέον σημαντικό μερίδιο της δραστηριότητας σε ζητήματα σχεδιασμού, αφενός ως η πρωτεύουσα και το σπουδαιότερο αστικό κέντρο της Αλβανίας και αφετέρου λόγω της δυναμικής ανάπτυξης της πόλης. Η εντυπωσιακή αυτή ανάπτυξη, με τη ραγδαία πληθυσμιακή αύξηση ως αποτέλεσμα της εσωτερικής μετανάστευσης, το σχηματισμό μιας υπερμεγέθους περιφέρειας αυθαίρετης δόμησης και την καθ’ ύψος επέκταση του κέντρου έχει τα χαρακτηριστικά μιας άναρχης και χαοτικής αστικής ανάπτυξης, στην οποία όμως οι διεθνείς οργανισμοί διατηρούν σημαντικό ρόλο σε επίπεδο πολεοδομικών παρεμβάσεων.
Α Οι πρώτοι σχεδιασμοί
Κατά τη διάρκεια της πρώτης μεταβατικής περιόδου, μια σειρά μελέτες με αντικείμενο την πόλη των Τιράνων προκύπτουν από τη συνεργασία των αλβανικών κυβερνήσεων με διεθνείς οργανισμούς από τη Δυτική Ευρώπη και τις ΗΠΑ (Aliaj et al., 2003: 101-103). Στο πλαίσιο αυτό, η Παγκόσμια Τράπεζα χρηματοδοτεί τη μελέτη «Study of the Transport Scheme in Tirana» (1993), καθώς και τη μελέτη «Strategic Plan for the Greater Tirana» (2002) που εκπονεί η αμερικανική εταιρεία PADCO. Επιπλέον, η USAID χρηματοδοτεί τη μελέτη «The Zoning Regulation of the Tirana City» (2001), την οποία εκπονεί το αμερικανικό Urban Institute, στο πλαίσιο του «Urban Housing and Development Project». Παράλληλα ενδιαφέρον παρουσιάζει η δραστηριότητα πολλών ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Η γερμανική κυβέρνηση, μέσω της εταιρείας GTZ, προωθεί τη μελέτη «The Regional Study of Tirana-Durres Corridor» (2002), ενώ η αυστριακή κυβέρνηση χρηματοδοτεί την αυστριακή εταιρεία «Regional Consulting International» για τη μελέτη «The Study of Tirana City Development» (1995). Τέλος το Institute for Housing and Urban Development Studies, με έδρα το Ρότερνταμ, εκπονεί σε συνεργασία με την αλβανική μη κυβερνητική οργάνωση Co-Plan τη μελέτη «The Strategic Plan for the Urban Development of the Kamza Municipality», από όπου προκύπτει αργότερα η μελέτη «The Strategic Plan of the Greater Tirana Area» (2002). Όλες οι παραπάνω μελέτες δεν αποκτούν θεσμική ισχύ και γίνονται χωρίς να λαμβάνει υπόψη η μία την άλλη. Παρόλα αυτά είναι σημαντικές στο βαθμό που ζυμώνουν καταστάσεις, διαμορφώνουν απόψεις και κατευθύνσεις και προωθούν χωρικές πολιτικές.
Β. Οι δραστηριότητες του Δήμου των Τιράνων
Προς το τέλος της δεκαετίας του 1990 εμφανίζεται στην πολιτική σκηνή της Αλβανίας ο Έντι Ράμα, ο ζωγράφος και καθηγητής στη σχολή Καλών Τεχνών των Τιράνων, πρώτα ως υπουργός Πολιτισμού του Σοσιαλιστικού Κόμματος και από το 2000 συνεχόμενα έως σήμερα (2009) στη θέση του δημάρχου της πρωτεύουσας. Ο δυναμικός και αμφιλεγόμενος δήμαρχος Ράμα, μετά από σύντομη παραμονή στους καλλιτεχνικούς κύκλους του Παρισιού, επιστρέφει στα Τίρανα και γίνεται διεθνώς διάσημος προωθώντας παρεμβάσεις που στόχο έχουν να αλλάξουν την εικόνα της πόλης (Τριάντης, 2009). Τα έργα ανάπλασης στο κέντρο της πόλης, υπό τον γενικό τίτλο «Επιστροφή στην Ταυτότητα», περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την κατεδάφιση των αυθαιρέτων κατασκευών σε δημόσιους χώρους πρασίνου και τον έντονο χρωματισμό των όψεων κάποιων πρώην κρατικών συγκροτημάτων κατοικίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα προγράμματα αυτά γίνονται με τη χρηματοδότηση και συχνά υπό την εποπτεία διεθνών οργανισμών. Για παράδειγμα, ο χρωματισμός των όψεων γίνεται με χρηματοδότηση της Παγκόσμιας Τράπεζας, ενώ η κατεδάφιση των αυθαιρέτων από τον ποταμό Λάνα γίνεται με την υποστήριξη του UNDP.
Παράλληλα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αρχιτεκτονικοί και πολεοδομικοί διαγωνισμοί που έχουν ολοκληρωθεί ή βρίσκονται ακόμα σε εξέλιξη, ως αποτέλεσμα της συνεργασίας του Δήμου των Τιράνων με διεθνείς οργανισμούς και πολιτικά σώματα, μετά το 2000. Στο πλαίσιο αυτό, η γερμανική κυβέρνηση χρηματοδότησε τον πανευρωπαϊκό διαγωνισμό για το master plan του κέντρου, με τίτλο «Τίρανα-μια νέα Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα», το 2003. Ο διαγωνισμός αυτός στόχευε στην ανάδειξη ενός νέου οράματος για τα Τίρανα, με ορίζοντα την ένταξη της πόλης συμβολικά, πολεοδομικά και πολιτικά στον ευρωπαϊκό χώρο. Τα μέλη της κριτικής επιτροπής ήταν γνωστοί αρχιτέκτονες και ειδικοί από ευρωπαϊκές χώρες (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ολλανδία, Δανία και Μ.Βρετανία), ενώ το πρώτο βραβείο απονεμήθηκε στο γαλλικό γραφείο Architecture Studio. Το διαγωνισμό για το master plan του κέντρου έχουν ακολουθήσει αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί για κτίρια και σημαντικούς δημόσιους χώρους της πόλης. Για παράδειγμα ο διαγωνισμός για την πλατεία Σκεντέρμπεη (2008), την κεντρική πλατεία των Τιράνων, χρηματοδοτήθηκε από τον Σεΐχη του Κουβέιτ, ενώ το πρώτο βραβείο απονεμήθηκε στο βελγικό αρχιτεκτονικό γραφείο, 51Ν4Ε.
Παράλληλα με τα προγράμματα του Δήμου, και όχι απαραίτητα σε συμφωνία ή με γνώση αυτών, συνεχίζονται και άλλες δραστηριότητες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αναμόρφωση του ιστορικού κέντρου των Τιράνων, στο πλαίσιο της ανάπλασης των ιστορικών κέντρων έξι Αλβανικών πόλεων (Τίρανα, Κρούγια, Χιμάρα, Κορυτσά, Ελμπασάν και Σκόδρα), πρόγραμμα που έχει αναλά- βει μέσω πανευρωπαϊκού διαγωνισμού το ελληνικό γραφείο Σύνθεση & Έρευνα ΕΠΕ- Γ.Αλμπάνης-Ν. Φιντικάκης.
Γ. Το Ρυθμιστικό Σχέδιο των Τιράνων
Το πλέον σημαντικό βέβαια βήμα στο πεδίο άσκησης χωρικών πολιτικών είναι το νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο των Τιράνων, το οποίο εκπονείται από το ελβετικό γραφείο Urbaplan, γραφείο με πλούσια και πολυετή δράση στο χωροταξικό, πολεοδομικό και αστικό σχεδίασμά σε αναπτυσσόμενες χώρες της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής. Η πρώτη, ανολοκλήρωτη εκδοχή του Ρυθμιστικού Σχεδίου δημοσιοποιήθηκε το Νοέμβριο του 2008, σε ειδική έκθεση στην κεντρική πλατεία της πόλης, με στόχο να ενημερωθεί η τοπική κοινωνία και να ακολουθήσει μια περίοδος ενστάσεων και διαβούλευσης. Οι Urbaplan φέρνουν όλη την εμπειρία που έχουν από τις αναπτυσσόμενες χώρες, αλλά ταυτόχρονα συνεργάζονται και με τις τοπικές αρχές, το Δήμο και αλβανικά μελετητικά γραφεία και ειδικούς, τουλάχιστον σε κάποια στάδια του έργου. Εισάγουν νέα εργαλεία σε επίπεδο σχεδιασμού και πολιτικών, ενώ προωθούν νέα πρότυπα διακυβέρνησης, όπου ο Δήμος καλείται από τη μία να εκπροσωπεί τα συμφέροντα του δημοσίου και από την άλλη να συντονίζει τα συμφέροντα ιδιωτών, ιδιοκτητών, κατοίκων, κατασκευαστών, επενδυτών και άλλων φορέων και να καθορίζει τους όρους στις συμφωνίες μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι το ελβετικό γραφείο προτείνει και σημαντικές διοικητικές αναδιαρθρώσεις στο επίπεδο των λειτουργιών του Δήμου, των οποίων η εφαρμογή ξεκινά από τα τέλη του 2008. Για να φτάσει στο σημείο αυτό, η μελετητική ομάδα έχει ήδη κάνει λόγο για τις αρνητικές συνέπειες της ατελούς διαδικασίας αποκέντρωσης εξουσιών και αρμοδιοτήτων από το κεντρικό επίπεδο στο τοπικό. Επιπλέον οι μελετητές έχουν διαγνώσει ότι οι τοπικές αρχές δε συνειδητοποιούν τις ευθύνες που μπορούν και καλούνται να αναλάβουν για τις πολιτικές που σχετίζονται με την αστική ανάπτυξη. Για το λόγο αυτό, το γραφείο Urbaplan, συνοδεύει το Ρυθμιστικό Σχέδιο με το Capacity Development Report, εντοπίζοντας εκεί τις αλλαγές που χρειάζονται να γίνουν ώστε ο Δήμος των Τιράνων να μπορέσει με επιτυχία να εφαρμόσει το Ρυθμιστικό Σχέδιο και να ανταποκριθεί στις νέες ανάγκες χωρικής διακυβέρνησης.
5. ΑΡΓΥΡΟΚΑΣΤΡΟ: ΣΤΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Το Αργυρόκαστρο είναι μία πόλη μεσαίου μεγέθους και βρίσκεται στη Νότια Αλβανία, κοντά στα σύνορα με την Ελλάδα. Η κατάρρευση του πολιτικού συστήματος της χώρας και η άρση της απαγόρευσης για μετακινήσεις προκάλεσε μεγάλες πληθυσμιακές απώλειες, με προορισμούς μετανάστευσης εντός και κυρίως εκτός Αλβανίας. Η έλλειψη αναπτυξιακής δυναμικής στην πόλη αντανακλάται τόσο στην κοινωνική, όσο και στην οικονομική ζωή, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στα Τίρανα.
Παρόλα αυτά, και στην περίπτωση του Αργυροκάστρου η παρουσία ξένων οργανισμών είναι ιδιαίτερα έντονη σε μία σειρά από τομείς. Συστηματική ή περιοδική παρουσία στο Αργυρόκαστρο έχουν τα: UNDP, ΟΑΣΕ, Packard Foundation, Swisscontact, Cesvi, Peace Corps, Soros Foundation. Οι οργανισμοί και τα ιδρύματα αυτά, απασχολώντας προσωπικό από το εξωτερικό, αλλά και από την πόλη, έχουν πραγματοποιήσει στο διάστημα από το 1990 έως σήμερα μία σειρά από έργα και μελέτες. Οι σχεδιασμοί που έχουν γίνει για την πόλη είναι συνήθως μικρά προγραμματικά σχέδια, χωρίς θεσμική ισχύ, που επικεντρώνονται σε επιμέρους τομείς (κυκλοφορία, αρχιτεκτονική κληρονομιά, ελεύθεροι χώροι), χωρίς να συνδέονται μεταξύ τους. Δεν είναι τυχαίο ότι τα περισσότερα από τα σχέδια αυτά ασχολούνται με θέματα της παλιάς πόλης του Αργυροκάστρου, ενός τόπου ιδιαίτερης ιστορικής και πολιτιστικής σημασίας που το 2005 εντάχθηκε στον κατάλογο των μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO, θεσμοποιώντας τη σχέση της πόλης με το διεθνές. Το γεγονός αυτό έχει αυξήσει ακόμα περισσότερο το ενδιαφέρον των διεθνών οργανισμών για παρεμβάσεις στην παλιά πόλη, αφήνοντας όμως στο περιθώριο τη νέα πόλη.
Ανάμεσα στα πολεοδομικά σχέδια που έχουν πραγματοποιηθεί ξεχωρίζουν δύο από άποψη εύρους και πολιτικής επιρροής, στα οποία θα γίνει εκτενέστερη αναφορά:
Α. Σχέδιο αποκατάστασης του ιστορικού κέντρου του Αργυροκάστρου
Το σχέδιο πραγματοποιήθηκε από κοινού από τους Δήμους Αργυροκάστρου και Grotammare της Ιταλίας, με την υποστήριξη του ιταλικού Υπουργείου Εξωτερικών, της Cooperazione Italiana και της ARCI. Η εκπόνησή του διήρκεσε από το 2001 έως το 2005 και στο διάστημα αυτό εκπρόσωποι των δύο Δήμων αντάλλαξαν πολλές επισκέψεις. Η πρώτη φάση του έργου περιελάμβανε ανάλυση της υφιστάμενης πολεοδομικής κατάστασης στο ιστορικό κέντρο του Αργυροκάστρου, ενώ στη δεύτερη φάση έγινε αεροφωτο- γράφιση και χαρτογράφηση της πόλης και κατατέθηκαν ορισμένες προτάσεις με χρηματοδότηση από το INTERREG III (Torresi, 2002; Torresi, 2006). Αν και το σχέδιο δεν παρουσιάζει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα προτάσεων, υπάρχουν αρκετά ενδιαφέροντα σημεία σε σχέση με την παρουσία και την επίδραση των Ιταλών στην πόλη. Ένα πρώτο αποτέλεσμα της συνεργασίας είναι η μεταφορά τεχνογνωσίας προς τα στελέχη του Δήμου Αργυροκάστρου σε επιμέρους θέματα, όπως στη χρήση GIS και τεχνικών αποκατάστασης κτιρίων. Οι χαρτογράφηση της πόλης αποτελεί επίσης πολύτιμη υποδομή για τις τοπικές αρχές. Επιπλέον, φαίνεται ότι ύπαρξη του σχεδίου αποτέλεσε ισχυρό προσόν στην υποψηφιότητα της παλιάς πόλης του Αργυροκάστρου για ένταξη στον κατάλογο των μνημείων της UNESCO. Βλέπουμε δηλαδή να συναρθρώνονται, άμεσα ή έμμεσα, πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΟΗΕ και του ιταλικού κράτους. Συνολικά θα λέγαμε ότι το αποτέλεσμα της εκπόνησης του σχεδίου βρίσκεται περισσότερο στην ανάπτυξη των σχέσεων και δικτύων, παρά στο ίδιο το σχέδιο.
Β. Σύνταξη σχεδίου αστικής ανάπτυξης και κανονισμών για το Αργυρόκαστρο
Το σχέδιο εντάσσεται σε ένα πακέτο μελετών που περιλαμβάνει εκτός από το Αργυρόκαστρο, άλλες τρεις αλβανικές πόλεις (Λούσνια, Μπεράτι, Κορυτσά). Η μελέτη για την εκπόνηση του σχεδίου προκηρύχθηκε το 2007 από το αλβανικό Υπουργείο Δημόσιων Έργων, Μεταφορών και Τηλεπικοινωνιών και χρηματοδοτείται από την Παγκόσμια Τράπεζα στο πλαίσιο του Land Administration and Management Project (LAMP). Αναγνωρίζοντας τη σχέση ανάμεσα στην καπιταλιστική ανάπτυξη και την εκμετάλλευση της γης, οι διακηρυκτικοί στόχοι του έργου είναι η διευκόλυνση της κτηματαγοράς, μέσα από την ασφάλεια στην ιδιοκτησία και τη βελτίωση των υπηρεσιών διοίκησης και διαχείρισης της γης. Υπό αυτό το πρίσμα, το αντικείμενο της μελέτης είναι η σύνταξη και υλοποίηση πολεοδομικών ρυθμίσεων για τις τέσσερις πόλεις. Αν και οι μελέτη βρίσκεται σε φάση εξέλιξης, μπορούμε να επισημάνουμε αφενός μία πιο στενή σχέση της Παγκόσμιας Τράπεζας με το αλβανικό κράτος, χωρίς την άμεση ανάμειξη της τοπικής αυτοδιοίκησης, και αφετέρου τη μεγάλη βαρύτητα που προσδίδει το πρόγραμμα στη μεταφορά εμπειρίας για εφαρμογή πολεοδομικών ρυθμίσεων από μελετητές του εξωτερικού στα στελέχη των αλβανικών Δήμων.
6. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η παρέμβαση των διεθνών οργανισμών σε θέματα σχεδιασμού στη μετασοσιαλιστική Αλβανία δεν περιορίζεται στο υλικό της εισήγησης αυτής. Πέρα από τα Τίρανα και το Αργυρόκαστρο, μικρές ή μεγάλες παρεμβάσεις σε ζητήματα ρύθμισης και διαχείρισης του αστικού χώρου έχουν γίνει σε αρκετές πόλεις της χώρας. Φορείς από το εξωτερικό χρηματοδοτούν μελέτες, επιστημονικές ομάδες και εμπειρογνώμονες από το εξωτερικό εκπονούν μελέτες, ενώ Αλβανοί επιστήμονες με σπουδές εκτός Αλβανίας σε θέματα σχεδιασμού και αστικής διαχείρισης (συχνά με υποτροφίες από ιδρύματα του εξωτερικού), συμβάλλουν με τη σειρά τους στη ρύθμιση του αστικού χώρου.
Μέσα από την ανάλυση των Τιράνων και του Αργυροκάστρου αναδεικνύεται η πολύ- μορφία στις πρακτικές παρέμβασης και συνεργασίας. Η ρευστότητα στις σχέσεις προσώπων, φορέων και δομών και η ετερογένεια των παρεμβάσεων αποκαλύπτει ένα σύνθετο πλέγμα διαδικασιών, χωρίς συγκεκριμένους κανόνες. Από την άλλη, η διαδικασία διάχυσης της πολιτικής εξουσίας που προωθούν οι διεθνείς οργανισμοί από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, σε συνδυασμό με τη νέα παγκόσμια γεωγραφία της εξουσίας δίνει μια σχετική αυτονομία στις πόλεις και στο τοπικό επίπεδο σε σχέση με το κεντρικό κράτος. Η αυτονομία αυτή βέβαια συνδέεται με συγκυριακούς παράγοντες, όπως φάνηκε και από τα παραδείγματα.
Έτσι, τα προσωπικά οράματα και οι διαπροσωπικές επαφές είναι καθοριστικός παράγοντας για την προσέλκυση χρηματοδοτήσεων από διεθνείς οργανισμούς, καθώς και ξένων ειδικών επιστημόνων που θα εργαστούν πάνω σε θέματα σχεδιασμού και -μαζί- ξένων επενδύσεων. Σε αντίθεση με τις αδύναμες πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουν οι δήμαρχοι του Αργυροκάστρου, ο δήμαρχος των Τιράνων Έντι Ράμα εντάσσεται επιτυχώς στα δεδομένα και τα ζητούμενα του νέου μοντέλου, επενδύοντας στην εικόνα και την επικοινωνία και δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στην διεθνή προβολή της αλβανικής πρωτεύουσας.
Οι διαφορές στην αναπτυξιακή δυναμική των δύο πόλεων διαμορφώνονται από και διαμορφώνουν το πλαίσιο παρέμβασης των διεθνών οργανισμών, σε μια σχέση διαρκούς αλληλοτροφοδότησης, διαδικασία που αναδεικνύει την άνιση ανάπτυξη ως βασικό χαρακτηριστικό του καπιταλιστικού συστήματος. Τα ιδιαίτερα τοπικά χαρακτηριστικά των δύο πόλεων είναι παράγοντες που επίσης διαφοροποιούν το είδος, το εύρος και τα μέσα συμμετοχής των διεθνών οργανισμών στο σχεδίασμά. Τα Τίρανα, πρωτεύουσα της Αλβανίας, και κέντρο οικονομικών δραστηριοτήτων μίας γεωγραφικής περιοχής που ξεπερνά τα σύνορα της χώρας, αναμφισβήτητα βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Το Αργυρόκαστρο, παρά το μικρό μέγεθος και την αναπτυξιακή στασιμότητα, έχει προσελκύσει σχετικό ενδιαφέρον λόγω της πολιτιστικής αξίας της παλιάς πόλης.
Κοινό στοιχείο ανάμεσα στις δύο πόλεις είναι ότι η συμμετοχή της διεθνούς κοινότητας στη χάραξη αστικών πολιτικών μέσα από το χωρικό σχεδίασμά χαρακτηρίζεται από αποσπασματικότητα, περιστασιακότητα και ρευστότητα και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις τρέχουσες προτεραιότητες στην παγκόσμια πολιτική σκηνή. Αποτέλεσμα είναι συχνά να παρατηρούνται μεγάλες ασυνέχειες στην ολοκλήρωση προγραμμάτων. Η ασυνέχεια περιγράφει και τη σχέση ανάμεσα στους σχεδιασμούς και το ισχύον θεσμικό πλαίσιο για τον πολεοδομικό σχεδίασμά και την κατανομή των αρμοδιοτήτων. Οι περισσότεροι σχεδιασμοί που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι στιγμής δεν έχουν θεσμική ισχύ και ούτε υπακούν στη νομοθεσία. Είναι δε χαρακτηριστικό, ότι η εμπειρία και τα αποτελέσματα σχεδίων που βρίσκονται υπό εκπόνηση (Ρυθμιστικό Σχέδιο Τιράνων, Σχέδιο αστικής ανάπτυξης και κανονισμών για Αργυρόκαστρο, Μπεράτι, Λούσνια και Κορυτσά) φιλοδοξούν να αττοτελέσουν υπόβαθρο πάνω στο οποίο θα αναδιαμορφωθεί το θεσμικό πλαίσιο για τον πολεοδομικό σχεδίασμά. Μέσα δηλαδή από μια πειραματική προσέγγιση, με άμεση συμβολή ειδικών από το εξωτερικό, διαμορφώνεται η ίδια η πολεοδομική νομοθεσία.
Κλείνοντας, μια σύντομη αναδρομή στην ιστορική εξέλιξη της σχέσης της Αλβανίας με τον υπόλοιπο κόσμο μπορεί να φωτίσει ενδιαφέρουσες οπτικές στο σήμερα. Η διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η δημιουργία του αλβανικού έθνους-κράτους το 1912 σήμανε την απαρχή μιας περιόδου εκσυγχρονισμού, που στόχευε στη σύγκλιση της χώρας με τα ευρωπαϊκά, δυτικά πρότυπα, υπό την καθοδήγηση της αποικιακής και αργότερα φασιστικής Ιταλίας Μετά την εγκαθίδρυση του σοσιαλιστικού κράτους το 1944 η Αλβανία επένδυσε αρχικά στις σχέσεις με την ΕΣΣΔ και αργότερα με την Κίνα, δημιουργώντας αντίστοιχες σχέσεις εξάρτησης. Τις δεκαετίες του 70 και ’80 οι εξωγενείς εξαρτήσεις διακόπηκαν και η χώρα βρέθηκε σε απομόνωση. Η κατάρρευση του σοσιαλιστικού καθεστώτος οδήγησε όχι μόνο σε μια χαοτική μετάβαση, αλλά και σήμανε το ξεκίνημα μιας νέας ισχυρής εμπλοκής του διεθνούς παράγοντα στις πολιτικές, οικονομικές και χωρικές διεργασίες θέτοντας νέα πρότυπα, στόχους και κατευθύνσεις για το μέλλον.
Οι ιστορικές και χωρικές ιδιαιτερότητες της Αλβανίας, προσφέρουν χρήσιμες οπτικές για το μετασοσιαλιστικό περιβάλλον αλλά και ευρύτερα για την παγκόσμια σημερινή συγκυρία, κατά την οποία ο χώρος αποκτά ιδιαίτερη σημασία και ο χωρικός σχεδιασμός αναδεικνύεται σε ουσιαστικό εργαλείο παρέμβασης. Οι νέες παγκόσμιες εξαρτήσεις που αναλύθηκαν στην εισήγηση αυτή φαίνεται ότι συντελούν στη δημιουργία μιας νέο-αποικιακής συνθήκης, τα χαρακτηριστικά της οποίας ζητούν κριτική σκέψη και περαιτέρω έρευνα.
Τριάντης Λ., 2009. Πολλαπλές ερμηνείες της μεταβολής στην παραγωγή του χώρου: Η περίπτωση των αστικών αναπλάσεων στα Τίρανα (2000-2008), πρακτικά συνεδρίου Μεταλλαγές και (Α)συνέχειες: πρακτικές, πολιτικές και λόγος για τον αστικό χώρο, ΔΠΜΣ, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΕΜΠ, (υπό έκδοση).
Χάρβεϊ Ν., 2007. Νεοφιλευθερισμός. Ιστορία και παρόν, Καστανιώτης.
Aliaj Β., Lulo Κ., Myftiu G., 2003. Tirana. The challenge of urban development, Co-Plan. Balia E., Mantouvalou M., Vatavali F., 2007. Housing production, ownership and globalization: social aspects of changes in Greece and Albania, Seminars of the Aegean, Crete, September 2007 (υπό έκδοση).
Chang H.J., 2002. Kicking Away the Ladder: Policies and Institutions for Economic Development in Historical Perspective, Anthem Press.
Davis M.p 2006. Planet of slums, Verso.
Ferguson, Y. and Jones,R.J. (eds.), 2002. Political Space. SUNY.
Hamilton,!., Dimitrovska.K., and Pichler-Milanovic.N. (eds.), 2005. Transformation of cities in central and Eastern Europe: Towards globalization, United Nations University Press. Knox, P., Taylor, P. (eds.), 1995. World Cities in a World-System. Cambridge University Press.
Murray W., 2006. Geographies of Globalization, Routledge.
Torresi F. (ed), 2002. Gjirokastra. Analisi ed indirizzi per lo sviluppo futuro, FAST EDIT- Acquaviva Picena.
Torresi F. (ed.), 2006. Alla scoperta della citta’ di pietra. II Piano di Recupero del Centro Storico di Gjirokastra, FAST EDIT-Acquaviva Picena.
Tosics I., 2005. City development in Central and Eastern Europe since 1990: The impacts of internal forces, in: Hamilton,!., Dimitrovska.K., Pichler-Milanovic.N. (eds.)
Transformation of cities in central and Eastern Europe, United Nations University Press World Bank, 2007. Albania urban sector review. Report No. 37277-AL, p.43.

Εργκιοος
Κάτση
Ευτυχία
Εττιβλέττων καθηγητής Πατταϊωάννου Τ.
ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2018