ΑΝΑΔΥΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ. ΔΙΕΡΕΥΝΩΝΤΑΣ ΤΙΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ

Sharing is caring!


Δάφνη Λαδά 1 Μαριάνα Λόη 2   Αλίκη Γκίκα 3

1. Αρχιτέκτων Ε.Μ.Π., Μεταπτυχιακή φοιτήτρια προγράμματος “Σχεδιασμός – Χώρος -Πολιτισμός”, Ε.Μ.Π, daphne.lada@gmail.com

2. Αρχιτέκτων Ε.Μ.Π, Μεταπτυχιακή ερευνήτρια “Ιστορίας και Θεωρίας της Αρχιτεκτονικής”, University of Bath, UK, loimarch@gmail.com

3. Φοιτήτρια Αρχιτεκτονικής Ε.Μ.Π., aliki_10@hotmail.com

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Οι αυθόρμητες κινήσεις πολιτών που συσπειρώνονται άλλοτε γύρω από εντοπισμένα προβλήματα της Μητρόπολης και άλλοτε προκειμένου να διαχειριστούν ευρύτερα ζητήματα κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής φύσης που διατρέχουν την καθημερινή ζωή, έχουν τη δυνατότητα να επαναπροσδιορίζουν τις έννοιες του δημόσιου και του ιδιωτικού, παράγοντας ένα χώρο “πέρα από το δημόσιο και το ιδιωτικό”, ένα χώρο “κοινό”. Ο εντοπισμός κι η ανάδειξη τέτοιων ποιοτικών γνωρισμάτων του “κοινού” γίνεται εφικτός μέσα από την καταγραφή αλλά κυρίως την ανάδειξη των μεταλλάξεων των συλλογικών υποκειμένων που τα συγκροτούν, μέσα από την αλληλεπίδραση τους με τον δημόσιο χώρο. Στόχος είναι η ανάδειξη ενός νέου προτύπου συλλογικής ζωής και η ικανότητα αυτού να αποτελέσει κινητήριο μοχλό για την έξοδο από την οικονομική αλλά και κοινωνική κρίση.

1. ΕΙΣΑΓΩΓΉ

Η διαρκής συρρίκνωση και η συνεχής υποβάθμιση της ποιότητας του δημόσιου χώρου, σε συνδυασμό με την αδυναμία της κεντρικής εξουσίας να διαχειριστεί και να επιλύσει αποτελεσματικά τα ολοένα αναδυόμενα προβλήματα, συνετέλεσαν στην ευαισθητοποίηση και κινητοποίηση πολιτών, οι οποίοι συγκροτούμενοι σε ομάδες, διεκδικούν και δρουν με στόχο την αναβάθμιση της ποιότητας του αστικού περιβάλλοντος. Η σύγχρονη μητρόπολη βιώνεται ως ά-τοπη, αφιλόξενη, απρόσωπη και αλλοτριωτική, αδυνατώντας τελικά να παράσχει την απαραίτητη για την ευημερία των κατοίκων ποιότητα ζωής. Έτσι η ίδια η πόλη καθίσταται πεδίο συνεχών διαπραγματεύσεων και συγκρούσεων, σε μία μάχη που δίνεται σχεδόν καθημερινά πλέον ανάμεσα στους κατοίκους και την τοπική αυτοδιοίκηση, και γίνεται αντικείμενο καταλύτης των συλλογικοτήτων που αναδύονται προκειμένου να διεκδικήσουν το ‘δικαίωμα στην πόλη’. Μια πόλη, που όπως εξάλλου είχε γράψει κάποτε ο διάσημος αστικός κοινωνιολόγος Robert Park, είναι «η πιο συνεπής και συνολική, η πιο επιτυχημένη προσπάθεια του ανθρώπου να ανακατασκευάσει τον κόσμο στον οποίο ζει ώστε να συμφωνεί περισσότερο με τις επιθυμίες της καρδιάς του.

Αλλά, αν η πόλη είναι ο κόσμος που κατασκεύασε ο άνθρωπος, είναι και ο κόσμος στον οποίο είναι στο εξής καταδικασμένος να ζει. Έτσι, έμμεσα, και χωρίς καμία σαφή αίσθηση της φύσης της αποστολής του, φτιάχνοντας την πόλη ο άνθρωπος ξαναέφτιαξε τον εαυτό του»1.

Η γενικότερη οικονομική δυσχέρεια, που αποτελεί πλέον μια παγιωμένη πραγματικότητα για την χώρα, είχε ως αποτέλεσμα μια ευρύτερη έκπτωση των κοινωνικών αξιών, που με την σειρά της ενέτεινε τη σχέση μεταξύ συλλογικοτήτων και δημόσιου χώρου – μια σχέση που αποκτά ιδιαίτερη σήμανση και ενδιαφέρον, καλώντας για μια περαιτέρω διερεύνηση των ιχνών του συλλογικού τρόπου έκφρασης, όπως αυτός πραγματώνεται στον ευρύτερο δημόσιο χώρο του λεκανοπεδίου της Αθήνας. Αυτό που επιδιώκεται λοιπόν μέσω της παρούσας εργασίας είναι να προσδιοριστούν τυχόν μεταβολές των αντικειμένων των συλλογικών διεκδικήσεων κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης στη χώρα, καθώς και παράλληλοι μετασχηματισμοί του αστικού δημόσιου χώρου, όπως αυτοί απορρέουν μέσα από την παρατήρηση αυτού του φαινομένου.

Χρησιμοποιώντας στοιχεία συλλεγμένα σε διάφορες φάσεις του διαστήματος της κρίσης στην Ελλάδα, επιχειρείται μια συγκριτική ανάγνωση της εξέλιξης των συλλογικοτήτων και του τρόπου με τον οποίο διεκδικούν αλλά και διαχειρίζονται το δημόσιο χώρο. Αυτή η προσέγγιση στοχεύει τελικά στο να αναδείξει τις νέες αξίες που επαναπροσδιορίζονται μέσα από τον συλλογικό τρόπο διαχείρισης του δημόσιου χώρου, την έννοια του “common” (κοινού) αγαθού όπως αυτή αναδύεται, καθώς και τη δυναμική της έκφρασης ενός νέου τρόπου σκέψης και αντίληψης του υποκειμένου προς μια συλλογική διαχείριση, ικανού για εξίσου δυναμικούς μετασχηματισμούς του χώρου.

2. ΠΕΡΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΩΝ

H ανάδυση μιας συλλογικότητας αφορά στη συγκρότηση μιας ομάδας ατόμων που συνυπάρχουν και συνεργάζονται για ένα κοινό στόχο, έχοντας ως μέσο την ανταλλαγή υλικών και πνευματικών αγαθών και την αλληλουποστήριξη των μελών που την απαρτίζουν. Σύμφωνα με τον Robert Park ένας αριθμός ατόμων γίνεται ομάδα ή συλλογικότητα από τη στιγμή που υπάρχει μια αλληλοδιείσδυση του νου, μια συναίνεση γύρω από κοινές ιδέες και αντιλήψεις, μια κατασκευή ενός κοινού πνευματικού πεδίου, που από τη στιγμή που θα συγκροτηθεί αποκτά ανεξαρτησία και επηρεάζει τα επιμέρους άτομα. Εντούτοις τα υποκείμενα που συμμετέχουν διατηρούν τις προσωπικές τους απόψεις και πεποιθήσεις, οι οποίες όμως παραμερίζονται μπροστά στην ανάγκη συσπείρωσης σε μία ευρύτερη ομάδα. Πρόκειται λοιπόν για ένα σύνολο μοναδικοτήτων, υπό την έννοια ότι τα διαφορετικά κοινωνικά υποκείμενα διατηρούν την διαφορετικότητά τους, συνιστώντας το πλήθος, όπως το ορίζουν οι Negri και Hardt. Ένα πλήθος που ενώ “παραμένει πολλαπλό, δεν είναι κατακερματισμένο, άναρχο ή ασύντακτο” και είναι ικανό για από κοινού δράση αφού μεταστρέφει τον αρνητικό χαρακτήρα των διαφορών των μελών του, μετατρέποντας αυτές τις διαφορές σε ισχυρό συστατικό του στοιχείο2. Είτε ως πλήθος, είτε ως συλλογικότητα, γίνεται λόγος για μια οργανική ζωντανή ενότητα, της οποίας οι βασικοί στόχοι και διεκδικήσεις τίθενται από κοινού από όλους τους συμμετέχοντες, οι οποίοι δρώντας αυτο-οργανωτικά, απουσία κεντρικού ελέγχου και ιεραρχικών δομών, διαμορφώνουν το περιεχόμενο δράσης και το πλαίσιο λειτουργίας.

3. ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ ΩΣ Ο ΚΑΜΒΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΩΝ

Το αντικείμενο της δράσης των συλλογικοτήτων μπορεί να εντοπιστεί μέσα στον ίδιο τον αστικό ιστό και αποτυπώνεται στην προβληματική της σύγχρονης μητρόπολης3. Ο χώρος εξάλλου δεν νοείται εν κενώ, αλλα “παράγεικαι παράγεται”, αφού η διαμόρφωση και η λειτουργία του αστικού χώρου καθορίζεται από την αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων και αντανακλά τα αποτελέσματά τους4. Η πόλη στην εποχή της νεωτερικότητας διαμορφώνει τον κατεξοχήν καμβά αυτών των κοινωνικών αγώνων και συγχρόνως αποτελεί ένα από τα βασικά διακυβεύματα αυτών.

Η επίδραση του νεοφιλελευθερισμού πάνω στην πόλη συνοδεύεται από μια γενικευμένη αμφισβήτηση της έννοιας του δημόσιου χώρου, καθώς ο θρίαμβος του ωφελιμισμού και του ιδιωτικού συμφέροντος πάνω σε κάθε τι που έχει δημόσιο και αντιεμπορευματικό χαρακτήρα τείνει να τον απαξιώσει. Η πόλη τελικά δε βιώνεται ως δημόσιο αγαθό, αλλά ως εμπόρευμα. Σε αυτό το έδαφος αναπτύσσονται τα αστικά κοινωνικά κινήματα για την υπεράσπιση των δημόσιων χώρων που έχουν ως αφετηρία το τοπικό, και την διαφύλαξη πολύτιμων ανοικτών χώρων μικρής ή μεγάλης κλίμακας από την εμπορευματοποίηση ή την ιδιωτικοποίηση, εντασσόμενα παράλληλα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο θεμελιωδών κοινωνικών διεκδικήσεων5. Λαμβάνοντας_υπόψη την προβληματική που ξετυλίγεται γύρω από την γρήγορη ανάπτυξη και διόγκωση της Αθήνας, το ενδιαφέρον μας θα εστιαστεί στα κινήματα αυτά που έχουν άμεση σχέση με την διεκδίκηση ή προστασία του δημόσιου χώρου. Η Αθήνα είναι μια πόλη που έχει προκύψει από μια βίαιη επιθυμία να αποκτήσει ένα μητροπολιτικό πρόσωπο με ‘δυτικά’ χαρακτηριστικά και η βιασύνη αυτή έχει δημιουργήσει αστικά κενά, ασυνέχειες και ανισότητες (Σχήμα 1). Η χαοτική γιγάντωση του αστικού κέντρου και η έλλειψη δημόσιων ελεύθερων χώρων, σε συνδυασμό με την αυθαίρετη δόμηση και την σχετική κρατική ανοχή, την έλλειψη κεντρικού σχεδιασμού και την γρήγορη αλλαγή της αξίας χρήσης γης, δημιουργεί ασφυκτικές συνθήκες διαβίωσης με παράλληλη υποβάθμιση της ποιότητας ζωής των κατοίκων, καθιστώντας έτσι την Αθήνα ως ένα πεδίο συνεχών συγκρούσεων και διαπραγματεύσεων6.

Η προβληματική αυτή αντικατοπτρίζεται στη δυναμική με την οποία οι συλλογικότητες οργανώνονται και δραστηριοποιούνται γι’ αυτό το σκοπό. Προκειμένου να γίνει μια χαρτογράφηση της έντασης των συλλογικών διεκδικήσεων ώστε να εντοπιστούν τυχόν μεταλλάξεις αυτού του φαινομένου κατά τη διάρκεια της κρίσης, κρίνεται απαραίτητο να προσδιοριστούν οι χωροχρονικές συνιστώσες σε συνδυασμό με τις αντίστοιχες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που διαμόρφωσαν ένα “πρόσφορο” έδαφος για την ανάδυση των συλλογικοτήτων και την εντατικοποίηση της σχέσης τους με το χώρο.

4. ΠΑΡΑΛΛΗΛΕΣ ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ

Το πρόβλημα της έλλειψης ελεύθερων χώρων διογκώθηκε την τελευταία δεκαπενταετία, όταν προστέθηκε η νέα πραγματικότητα που επέφεραν οι προετοιμασίες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, μετατρέποντας ουσιαστικά το 2004 σε μια κομβική στιγμή για την αστική ιστορία της Αθήνας. Η οικοδόμηση των τελευταίων μεγάλων ελεύθερων αδόμητων χώρων στην Αττική, καθώς και η απότομη εκτίναξη της αξίας γης, είχαν ως αποτέλεσμα αφενός τον εκτοπισμό διαφόρων πληθυσμιακών ομάδων από τις περιοχές κατοικίας τους, τη συρρίκνωση των ελεύθερων δημόσιων χώρων, αλλά και την περιβαλλοντική υποβάθμιση του φυσικού τοπίου7. Σε αυτό το πλαίσιο όπου μεγάλες εκτάσεις αστικής γης προσφέρονταν βορά στο βωμό της ιδιωτικοποίησης, όχι πάντα με τους πιο διαφανείς τρόπους, αναδύονται συλλογικότητες, οι οποίες προσπαθούν να περιορίσουν τις περιβαλλοντικές και κοινωνικο-οικονομικές επιπτώσεις αυτών των σχεδίων. Στην εποχή αυτή, της προ και μετά ολυμπιακής Αθήνας, βασικό διακύβευμα αποτελούν οι διεκδικήσεις χώρων υπερτοπικού χαρακτήρα ή μητροπολιτικής σημασίας, ενώ πρωταρχικό μέλημα είναι η διατήρησή τους ως ελεύθεροι χώροι καθώς και η προάσπιση του δημόσιου χαρακτήρα τους8.

Σχήμα 1. Χάρτης περιοχών κοινωνικών αντιστάσεων κατά το 2008. Πηγή: Παρατηρητήριο ελεύθερων χώρων.

Τα χρόνια που έπονται η Αθήνα διανύει μία περίοδο κοινωνικών ανακατατάξεων και μεταβολών, ακολουθούμενη από μια έντονη κοινωνική εξέγερση που ξέσπασε και τραυμάτισε το πρόσωπο της πόλης το Δεκέμβρη του 2008, και η οποία έδωσε νέα ώθηση στα κινήματα πόλης. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την αυξανόμενη ένταση των κοινωνικών προβλημάτων αλλά και το ευρύτερο συναίσθημα δυσπιστίας ως προς την πολιτική ηγεσία, αποτέλεσαν ένα κινητήριο μοχλό για μια πληθώρα δράσεων που εκτός των άλλων είχαν ως αντικείμενο και τη διεκδίκηση του ‘δικαιώματος στην πόλη’. Μικροί, αδόμητοι και μη χώροι, καταλαμβάνονται από τους κατοίκους διαφόρων γειτονιών σε μία προσπάθεια όχι μόνο διεκδίκησης και διαπραγμάτευσης του δημόσιου χώρου, αλλά και αυτοδιαχείρισής του από τους

χρήστες9. Όλες αυτές οι δράσεις που πραγματοποιούνται στην κλίμακα του τοπικού, σε επίπεδο δηλαδή γειτονιάς ή συνοικίας έχουν ως αποτέλεσμα ένα νέο τρόπο προσέγγισης του δημόσιου χώρου και επανοικειοποίησής του μέσα από συλλογικές δράσεις που εκτείνονται σε ολόκληρο το φάσμα της καθημερινής ζωής και προωθούν μία νέα κουλτούρα διαχείρισης του αστικού χώρου (Σχήμα 2). Ως κοινός προβληματισμός αναδεικνύεται η σύνδεση πολιτικών πρακτικών που μπορούν να αλλάξουν ενδεχομένως την ατομική μας αντίληψη για τον κόσμο και κατ’ επέκταση την κοινωνία, με μια διαχείριση του αστικού χώρου “από τα κάτω προς τα πάνω”.

Σημαντικά παραδείγματα που εντοπίζονται την περίοδο αυτή ως άμεσα ή έμμεσα αποτελέσματα αυτής της εμπειρίας, είναι το πάρκο στη συμβολή Χαριλάου Τρικούπη και Ναυαρίνου στα Εξάρχεια. Πρόκειται για κινηματικούς πειραματισμούς που αντανακλούν την δυναμική αλλά και τις αντιφάσεις της ίδιας της εξέγερσης που προσέθεσαν στην βιωματική αντίληψη του χώρου. Οι περισσότερες από τις καταλήψεις και τα κινήματα που παρουσιάζουμε, προέκυψαν από την εξέγερση του Δεκέμβρη. Στις περιπτώσεις των παλιότερων καταλήψεων και κινημάτων πόλης, η εξέγερση του Δεκέμβρη εμπλούτισε τον πολιτικό προβληματισμό τους και τους έδωσε μεγαλύτερη δυναμική.

Τα τελευταία χρόνια η οικονομική κρίση έχει κάνει αισθητή την παρουσία της σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, ενώ οι επιδράσεις της βιώνονται με ιδιαίτερα σκληρό τρόπο τόσο σε ατομικό όσο και συλλογικό επίπεδο. Δεδομένης της απόσυρσης του κράτους πρόνοιας και των επιπτώσεων    της

Σχήμα 2. Καταγραφή πρωτοβουλιών κατοίκων στο Δήμο Αθηναίων κατά την περίοδο 2008 – 2009. Πηγή: «νΛομαδικές εγκαταστάσεις», Διπλωματική εργασία Αρχιτεκτόνων Ε.Μ.Π. 2010, Αλίκη Γκίκα, Δάφνη Λαδά, Ναταλία Μιχαηλίδου.

αυξανόμενης φτώχειας και ανεργίας παρατηρείται μία μεταβολή όσον αφορά τα διακυβεύματα αλλά και τις συλλογικές δράσεις που δεν εκδηλώνονται με την ίδια ένταση αναφορικά με τον αστικό-δημόσιο χώρο και την ποιότητα ζωής σε αυτόν, αλλά στρέφονται περισσότερο σε ανθρωπιστικού χαρακτήρα πρωτοβουλίες, με την αλληλέγγυα βοήθεια μεταξύ των πολιτών να έχει γίνει προτεραιότητα. Ο δημόσιος χώρος και η διεκδίκηση του αντιμετωπίζεται πια ως “αντικείμενο πολυτελείας”, καθώς την ίδια στιγμή υπάρχουν χιλιάδες ανάγκες πρωτογενούς βιοτικής σημασίας.

Παράλληλα, ο δημόσιος χώρος απο αντικείμενο διεκδίκησης γίνεται ο χωρικός “καμβάς” πάνω στον οποίο αποτυπώνονται οι αυτο-οργανωτικές δράσεις των συλλογικοτήτων. Κορωνίδα αυτής της εφαρμογής όπου αντάμωσε ίσως για πρώτη φορά η ιδέα της άμεσης δημοκρατίας με την πρόταση της πολιτικής εφαρμογής της αποτέλεσαν τα γεγονότα που συνέβησαν στο Σύνταγμα το 2011 και όπου χωρικά θα μπορούσε να αναφερθεί μια μετατόπιση από τους χώρους κοινωνικής αντίστασης σε επίπεδο συνοικίας, στο μητροπολιτικού ενδιαφέροντος και συμβολικής αξίας χώρο της Πλατείας, όπου συμπυκνώνονται και αντανακλώνται όλα τα νοήματα της πολιτικής ζωής και της δημόσιας σφαίρας. Το ενδιαφέρον αυτού του εγχειρήματος αποτέλεσε το γεγονός οτι μοναδικότητες διαφορετικών πεποιθήσεων συνενώθηκαν γύρω από ένα κοινό στόχο γεφυρώνοντας τις διαφορές τους. Εδώ ο χώρος αποτέλεσε “το κοινό έδαφος”, ενώ η ίδια η πολιτική ήταν το “κοινό αγαθό” σε συνεχή παραγωγή.

5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Όπως είδαμε και παραπάνω, αφενός από τον τρόπο δομής αυτών των συλλογικοτήτων και αφετέρου από τον τρόπο δράσης και λήψης αποφάσεων, φαίνεται πως το ζητούμενο για ενεργή συμμετοχή στην πολιτική, δεν είναι ένα έωλο εγχείρημα, αλλά απεναντίας πρόκειται για μια πρακτική που είναι δυνατή – ίσως περισσότερο από ποτέ. ΟΙ συλλογικότητες, ιδωμένες ως πλήθος με τα χαρακτηριστικά που του έχουν ήδη αποδοθεί, αποτελούν ένα από τα ισχυρά κοινωνικά υποκείμενα που είναι ικανά να πραγματώσουν την έννοια της δημοκρατίας στην πιο ουσιαστική της μορφή, δηλαδή τη διακυβέρνηση όλων από όλους. Υπό αυτήν την έννοια, και λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη αξία της πολλαπλότητας των διαφορών του πλήθους καθώς και ότι το ίδιο παραμένει ανοικτό σε διαρκείς νέους μετασχηματισμούς, γίνεται σαφές πως πρόκειται για μια συνεχή παραγωγή και συγκρότηση του κοινού (common)10 ευρύτερης πολιτιστικής σημασίας.

Οι συλλογικότητες συγκροτούνται, συμμετέχουν ενεργά στο πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι, προάλλουν αιτήματα τα οποία διεκδικούν μέσω της δημιουργίας, προτείνουν νέους τρόπους οικονομικής παραγωγής και παράγουν νέες πλουραλιστικές χωρικές μορφές μέσω των διαδικασιών της επανοικειοποίησης και επανανοηματοδότησης του χώρου. Ο χώρος που παράγεται δεν είναι αποτέλεσμα κεντρικού σχεδιασμού, αλλά απόρροια της βιωματικής χωρικής εμπειρίας, κάτι που με τησειρά του επαναπροσδιορίζει το υποκείμενο και προωθεί μια συλλογική ταυτότητα σε μια σχέση συνεχούς αλληλεπίδρασης. Έτσι κάθε μεταβολή στο χώρο είναι ταυτόχρονα και αλλαγή στην κοινωνία πόλης, στις συμπεριφορές και αντιλήψεις των κοινωνικών ομάδων και των πολιτών που την κατοικούν, καθώς και στην πολιτική συγκρότηση της πόλης.

Σήμερα το Μητροπολιτικό συγκρότημα της Αθήνας συμπληρώνει αρκετά χρόνια ζωής των διαφόρων κοινωνικών κινημάτων και πρακτικών σε αυτό. Αναρωτιέται εύλογα κανείς αν αυτή η δυναμική θα συνεχίσει να εμφανίζεται με περισσότερη ή λιγότερη τόλμη απ’ ότι τα χρόνια που πέρασαν με όλες της ιστορικής σημασίας στιγμές, διεκδικήσεις και συγκρούσεις. Είναι φυσικά δύσκολο ακόμα και να απαντήσει κανείς στο ερώτημα αν η προσπάθεια πολιτικής χειραφέτησης του «πλήθους» φθίνει ή αν παράγει ακόμα σπόρους οι οποίοι αναμένουν να γονιμοποιηθούν σε κάποιους δημόσιους χώρους της πόλης, σε μια εποχή όπου ο δημαόσιος χώρος ιδιωτικοποιείται μαζικά στα πλαίσια της «ιδέας της

ανάπτυξης». Σε ένα τόσο πολύπλευρο και πολυσήμαντο ζήτημα όπως είναι οι

συλλογικότητες κάθε προσπάθεια καταγραφής, ομαδοποίησης ή ακόμα και πρόβλεψης το

πιαθνότερο είναι ότι γίνεται εν κενώ.

6. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αντωνοπούλου Ε., 2011. Κοινός πλούτος _ συλλογική νοημοσύνη _ συνεργατικός σχεδιασμός. Μεταπτυχιακή Διπλωματική εργασία, Σχεδιασμός – Χώρος – Πολιτισμός, Σχολή Αρχιτεκτόνων Ε.Μ.Π.

Εμμανουήλ Δ., Ζακοπούλου Ε., Καυταντζόγλου Ρ., Μαλούτας Θ., Χατζηγιάννη Α., (επιμ.) 2008. Κοινωνικοί και Χωρικοί Μετασχηματισμοί στην Αθήνα του 21ου Αιώνα. ΜΕΛΕΤΕΣ – ΕΡΕΥΝΕΣ ΕΚΚΕ, Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών.

Κωτσάκης Δ., 2013. Η έννοια του κοινού: Κοινωνικός χώρος και τρόπος επικοινωνίας, Εργαστήριο «Συναντήσεις και Συγκρούσεις στην πόλη», Τμήμα Αρχιτεκτόνων Α.Π.Θ.

Μακρυγιάννη Β., Τσαβδάρογλου Χ.,    2010. Αθήνα:    Ανοχύρωτη πόλη, πηγή:

http://urbananarchy.gr/

Σταυρίδης Σ., 2011. Μαθαίνοντας από τις πλατείες

Σταυρίδης Σ, De Angelis M., 2011. Σχετικά με το νόημα των κοινών in Rebel, Commons vs Crisis, Rebel.

Σταυρίδης Σ., 2011. Χειραφετικές χωρικότητες και «η πόλη των κατωφλιών». Πηγή: http://ratnet-blog2.blogspot.com/2011/04/blog-post.html

Παπαλεξόπουλος Δ., 2006. Ψηφιακός Τοπικισμός. Εκδ. Libro.

Deleuze G., 2001. Η Κοινωνία του ελέγχου, μτφρ. Παναγιώτης Καλαμαράς Εκδ. Ελευθεριακή κουλτούρα.

Foucault M., 2008. Το μάτι της εξουσίας, μτφρ. Τάσος Μπέτζελος, Εκδ. Βάνιας.

Hardt M., Negri A., 2011. Πλήθος. Πόλεμος και δημοκρατία στην εποχή της Αυτοκρατορίας, μτφρ. Γιώργος Καράμπελας, Εκδ. Αλεξάνδρεια.

Hardt M., 2010. Το κοινό στον κομμουνισμό, μτφρ. Παναγιώτης Καλαμαράς. Εκδ. Ελευθεριακή Κουλτούρα.

Arendt, H., 1958. The human condition, The University of Chicago Press.

Casarino C., Negri A. 2008. In praise of the common. A conversation on philosophy and politics. University of Minnesota Press.

Habernas, J., 1989. The structural transformation of the public sphere: an inquiry into a category of bourgeois society, Polity.

Hardt M., Negri Α., Commonwealth, The Belknap Press of Harvard University Press, Cambridge, Massachusetts, 2009

Harvey D., 2013. Εξεγερμένες Πόλεις – από το δικαίωμα στην πόλη στην επανάσταση της πόλης, Εκδ. ΚΨΜ.

Lefebvre H., 2007. Δικαίωμα στην πόλη Χώρος και πολιτική, μτφρ. Παναγιώτης Τουρνικιώτης – Κλωντ Λωράν, Εκδ. ΚΟΥΚΙΔΑ.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...