• Χωρίς κατηγορία

Γρηγόρης Διαμαντόπουλος : “Μαχόμενη πολεοδομία”, “μαχόμενη ζωή”

Sharing is caring!

Περισσότερα από 45 χρόνια μάχιμος πολεοδόμος, ο Γρηγόρης Διαμαντόπουλος απέδειξε πως η σωστή πολεοδομική πολιτική μπορεί όχι απλά να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής σε μια πόλη, αλλά να αμβλύνει κοινωνικές και οικονομικές αντιθέσεις, να ανοίξει το δρόμο για ένα καλύτερο μέλλον. Ανάμεσα στις εκατοντάδες μελέτες που έφερε σε πέρας (76 χωροταξικές, 87 πολεοδομικές και 82 ειδικές χωροταξικές), αναμφίβολα ξεχωρίζει η παρέμβασή του στην Καλαμάτα, πριν και μετά τον σεισμό του 1986.

Ημερομηνία δημοσίευσης: 05/09/2010

Ό,τι πίστεψε ο Γρηγόρης, για ό,τι πάλεψε και αγωνίστηκε στη ζωή του, προσπάθησε -το λιγότερο που μπορεί να πει κανείς- να το εφαρμόσει στη δουλειά του.

Ό,τι πίστεψε ο Γρηγόρης, για ό,τι πάλεψε και αγωνίστηκε στη ζωή του, προσπάθησε -το λιγότερο που μπορεί να πει κανείς- να το εφαρμόσει στη δουλειά του. Και τις περισσότερες φορές το πέτυχε. Η πολεοδομία είναι στάση ζωής. Δεν φτάνουν τα σχολεία και οι σπουδές -χρήσιμα είναι κι αυτά. Δεν αρκούν όμως. Χρειάζεται κοσμοθεωρία, ιδεολογία, πίστη και αγώνας. Απαραίτητα εφόδια, που πρέπει να τα διαθέτεις για να μπορείς να τα εκφράσεις και στη δουλειά σου και ακόμη περισσότερο στην πράξη, αν -σπάνια- σε αφήσουν.

Η “μαχόμενη πολεοδομία”, όπως την έλεγε ο Γρηγόρης, είναι η “μαχόμενη ζωή”. Δεν είναι ο υπολογιστής, ο χάρτης και το χρώμα. Ο Γρηγόρης θεωρούσε ότι με το τελευταίο αυτό βιβλίο του ολοκληρωνόταν ο τελευταίος κύκλος των υποχρεώσεών του προς την κοινωνία, προς το καθήκον του, προς τους πολίτες. Και μετά, ήσυχος και ευχαριστημένος, να αποσυρθεί. Μετά από 80 χρόνια ζωής. Αν ήταν δυνατόν ποτέ ο Διαμαντόπουλος να είναι ήσυχος και ευχαριστημένος. Ή να αποσυρθεί…

(…) Ο Γρηγόρης Διαμαντόπουλος, ο καταγόμενος από πολύ πλούσια οικογένεια, ο επιτυχημένος επαγγελματίας, ο πολεοδόμος με τις πολλές δουλειές και τη συνταρακτική δραστηριότητα, κατάφερε να πάρει σύνταξη από το Ταμείο του, μετά από πολύ αγώνα και εδώ, στα 80 του χρόνια. Και με αυτήν έζησε τα υπόλοιπα χρόνια του. Χωρίς κανέναν άλλο πόρο. Χωρίς κανένα περιουσιακό στοιχείο. Λιτά, όπως έζησε όλη του τη ζωή. Όπως ίσως και ο ίδιος επέλεξε.

Ο Γρηγόρης ήταν πολύ προικισμένος άνθρωπος. Και συγχρόνως πολύ δύσκολος χαρακτήρας. Απάνθρωπα -ή “υπεράνθρωπα”- εργατικός, βαθιά μελετημένος, απόλυτος στις απόψεις του, χωρίς μέσους όρους, συχνά εριστικός. Πάλευε και προσπαθούσε να επιβάλει τις ιδέες του χωρίς καμία υποχώρηση, μέχρι το τέλος. Ήρθε σε σύγκρουση με πολλούς. Περίεργο, όμως. Κανείς δεν αμφισβήτησε ποτέ την εντιμότητά του, την ανιδιοτέλειά του, το πάθος του γι’ αυτά που πίστευε.

Αριστερός, ΕΠΟΝίτης, κομμουνιστής από τα πρώτα φοιτητικά του χρόνια στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, το 1941. Διώξεις, παρανομίες, φυλακές, εξορίες από μικρό παιδί. Δεν συμβιβαζόταν από τότε με τίποτα. Ούτε με την οικογένειά του. Από πολύ πλούσια, δεξιά, μεγαλοαστική οικογένεια με καταγωγή από τις Σπέτσες, με πατέρα έναν από τους πρώτους Έλληνες πολιτικούς μηχανικούς που σπούδασαν στο Μόναχο της Γερμανίας, δεν δίστασε να φύγει από το σπίτι και να ακολουθήσει τον δικό του δρόμο.

Το 1943, λόγω της δράσης του και των διώξεων εξαιτίας της, αναγκάζεται να διακόψει τις σπουδές του στο δεύτερο έτος ύστερα από σύλληψή του από την τότε “Γενική Ασφάλεια”. Γραμματέας της ΕΠΟΝ Πολυτεχνείου ένα διάστημα, υπεύθυνος για τη νεολαία και τα πολιτιστικά, εξορία στην Ικαρία, παρανομία κ.λπ. κ.λπ., όλο το γνωστό ρεπερτόριο μέχρι το 1957.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, κυνηγημένη και η δική μας οικογένεια -ο πατέρας μας δηλαδή-, αλλάζουμε συνεχώς σπίτια, κυρίως γύρω από τον Πειραιά, προσπαθώντας να μπερδέψουμε τα ίχνη μας από την Ασφάλεια. Σε ένα από αυτά τα σπίτια, στο Παλαιό Φάληρο, ένα βράδυ ο πατέρας μας φέρνει τον Γρηγόρη απροειδοποίητα. Ο Γρηγόρης, παράνομος τότε, κυνηγημένος, κινδύνευε να συλληφθεί και είχαν εξαντληθεί τα “αποθέματά” του σε “γιάφκες”. Βέβαια το σπίτι δεν ήταν το καταλληλότερο μέρος γι’ αυτή τη δουλειά. Υπήρχε μεγάλη ανάγκη όμως και αναγκαστικά κατέληξαν σε αυτή τη λύση. Υπήρχε κάποιος χώρος σαν αποθήκη, όχι άμεσα ορατός, που διαμορφώθηκε σαν δωμάτιο, με ένα κρεβάτι – ράντσο και ένα μικρό τραπέζι. Τον εγκαταστήσαμε “προσωρινά” εκεί και “θα βλέπαμε”.

Έμεινε σχεδόν δύο χρόνια. Την ημέρα δεν έβγαινε ποτέ έξω. Φευγαλέα θυμάμαι -μικρά παιδιά στις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου ο Γιάννης κι εγώ- κάποιες νύχτες να παρουσιάζεται μπροστά μας ο Γρηγόρης κομψά ντυμένος, με ακριβά ρούχα και καλογυαλισμένα παπούτσια, να βγαίνει από το σπίτι για τα τακτικά κομματικά ραντεβού του, όπως μάθαμε μετά. Και μετά πάλι για μέρες μέσα. Τον ελάχιστο χώρο που του είχαμε παραχωρήσει τον είχε μεταμορφώσει σε αρχιτεκτονικό γραφείο. “Δούλευε” από το πρωί μέχρι το βράδυ. Μελετούσε ξενόγλωσσα αρχιτεκτονικά βιβλία, έκανε αρχιτεκτονικές μελέτες -κυρίως υποθετικές- ζωγράφιζε, αντιγράφοντας κυρίως έργα μεγάλων ζωγράφων από τα βιβλία, έκανε διάφορα χειροτεχνήματα. Ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς. Δούλευε με “πρόγραμμα” και “χρονοδιάγραμμα”, με σύστημα και επιμονή από τα χαράματα.

Ο νεαρός Διαμαντόπουλος του 1950 προδιέγραφε τον κατοπινό Διαμαντόπουλο. Το παράδειγμά του, η καθημερινή επαφή μαζί του, οι συζητήσεις μας, με είχαν επηρεάσει πάρα πολύ και συνέβαλαν σημαντικά στη διαμόρφωση της μετέπειτα ζωής μου. Απομονωμένος από τη ζωή εκείνα τα χρόνια, ο Γρηγόρης -σκέφτομαι σήμερα- είχε λίγα κοινά με τους άλλους συντρόφους του κομμουνιστές της τότε εποχής. Διανοούμενος με βαθιά αστική παιδεία, ανοιχτό μυαλό, εξοικειωμένος με τα τότε διεθνή ρεύματα της τέχνης και του πολιτισμού, χωρίς ταμπού και προκαταλήψεις, μελετηρός, γλωσσομαθής.

Εμείς επωφεληθήκαμε από αυτά. Από τον Γρηγόρη πρωτοάκουσα για αρχιτεκτονική και αρχιτέκτονες, για αμερικανική και ευρωπαϊκή λογοτεχνία και κινηματογράφο. Από αυτόν μάθαμε τα παλιά αμερικανικά τραγούδια, βεβαίως απαγορευμένα από το “κόμμα”. Λυπάμαι μόνο που λόγω της ηλικίας μου δεν ήταν δυνατόν να κουβεντιάσουμε για θέματα κομματικού και κομμουνιστικού ενδιαφέροντος. Είμαι περίεργος σήμερα για τις τότε απόψεις του.

Πάντως ο Γρηγόρης -χωρίς να θέλω να επεκταθώ εδώ πιο αναλυτικά- παρ’ όλο που “εθήτευσε” στην Ανατολική Γερμανία -και όλοι ξέρουμε τι σημαίνει αυτό- με την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1964 εφάρμοσε στην πράξη ό,τι πιο ανανεωτικό και σύγχρονο ρεύμα υπήρχε τότε κυρίως στον τομέα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Δεν θα είναι υπερβολή αν πω ότι ο Γρηγόρης στον τομέα αυτόν κυρίως ήταν ο πρωτοπόρος των ιδεών του ΚΚΕ Εσωτερικού.

Κάποια στιγμή ο Γρηγόρης έφυγε από το σπίτι μας, εγώ τελείωσα το Γυμνάσιο και πήγα να σπουδάσω στη Βιέννη, Αρχιτεκτονική βεβαίως, δεν το συζητάμε. Ήταν η δική του επιρροή. Πρέπει να ήταν το 1957 όταν από το τηλέφωνο ακούω τη φωνή του. “Είμαι για πολύ λίγο στη Βιέννη και πρέπει αμέσως να συναντηθούμε”. Ρώτησε τα πάντα για μένα, δεν είπε τίποτα για τον εαυτό του, “πάω κάποιο ταξίδι” μου είπε. Και χάθηκε. Μετά από καιρό έμαθα ότι είχε φύγει παράνομα από την Ελλάδα και μέσω Γαλλίας και Αυστρίας πήγε στην Ανατολική Γερμανία για να συνεχίσει την αρχιτεκτονική και να σπουδάσει πολεοδομία στη Βαϊμάρη, στην περίφημη σχολή του παλιού Bauhaus.

Με κομματική υποτροφία, ο Γρηγόρης -όπως οι περισσότεροι ξέρουμε- δεν μίλαγε σχεδόν ποτέ για τα παλιά τα χρόνια, μέχρι την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1964. Και δυστυχώς οι περισσότεροι από τους τότε συντρόφους του έχουν φύγει και δεν έχουν μιλήσει. Πολύ πρόσφατα ότι πριν παρθεί η απόφαση να φύγει το 1957, ο Μήτσος Παρτσαλίδης τον συνάντησε και τον ρώτησε αν θέλει να πάει στην κομματική σχολή στελεχών στη Μόσχα ή να συνεχίσει αρχιτεκτονική στη Βαϊμάρη. Και βεβαίως ο Γρηγόρης τού απάντησε με ερώτηση: “Εσύ τι λες, μπαρμπα Μήτσο;”. Ο Παρτσαλίδης ήταν κατηγορηματικός, και είχε δίκιο: “Μόνο μέσα από την επιστήμη σου θα μπορέσεις να προσφέρεις περισσότερο στο λαϊκό κίνημα” φαίνεται ότι του είπε. “Κομματικά στελέχη έχουμε αρκετά”. Ο Γρηγόρης ακολούθησε τη συμβουλή – εντολή (…)

(…) Με τον Γρηγόρη ξανασυναντηθήκαμε κάτω από περίεργες συνθήκες, τον Ιούνιο του 1961 στο Ανατολικό Βερολίνο. Δύο μήνες πριν από την κατασκευή του φοβερού Τείχους.

(…) Ξανασυναντηθήκαμε το 1964 στην Αθήνα όταν ο Γρηγόρης γύρισε για τον θάνατο του πατέρα του και παρέμεινε οριστικά στην Ελλάδα. Δουλέψαμε τότε για λίγο μαζί. Για την ανάπλαση της Καισαριανής, για την ΕΜΟΚΑ, για το συνέδριο.

Αρχίζει η νέα περίοδος του Γρηγόρη, τα “ηρωικά” χρόνια 1964-’67, θα μιλούσαν άλλοι γι’ αυτά. Εγώ θυμήθηκα μια παλιότερη εποχή και περιορίστηκα σε προσωπικές εμπειρίες που το πέρασμα του χρόνου -μισός αιώνας τώρα και πάνω- τις επαναφέρει συνέχεια στη μνήμη, τις αλλοιώνει, τις αναπλάθει, τις τροποποιεί, πολλές φορές τις παραμορφώνει.

Έτσι, όμως, θυμάμαι εγώ τον Γρηγόρη. Κι έτσι θα τον θυμάμαι για πάντα. Τον ξάδερφό μου τον Γρηγόρη.

 

 

s

n

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...